Συνολικές προβολές σελίδας

Παπάρ ... Yes !!!!!

Παπάρ ... Yes !!!!!

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2007

Αφιερωμένο ....

ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΓΕΝΝΗΘΗΚΑΝ ΠΡΙΝ ΤΟ 1982

H αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πώς καταφέραμε να επιβιώσουμε.

Ειμαστε μια γενιά σε αναμονή: περάσαμε την παιδική μας ηλικία περιμένοντας.


Έπρεπε να περιμένουμε δύο ώρες μετά το φαγητό πριν κολυμπήσουμε, δύο ώρες μεσημεριανό ύπνο για να ξεκουραστούμε και τις Κυριακές έπρεπε να μείνουμε νηστικοί όλο το πρωί για να κοινωνήσουμε. Ακόμα και οι πόνοι περνούσαν με την αναμονή.



Κοιτάζοντας πίσω, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί. Δεν είχαμε air-condition, ούτε στο σπίτι, ούτε και στο αυτοκίνητο, και περιμέναμε μέχρι τις 5 να δούμε κινούμενα σχέδια στην τηλεόραση. Εμείς ταξιδεύαμε σε αυτοκίνητα χωρίς ζώνες ασφαλείας και αερόσακους. Κάναμε ταξίδια 10 και 12 ωρών, πέντε άτομα σε ένα Φιατάκι και δεν υποφέραμε από το «σύνδρομο της τουριστικής θέσης». Δεν είχαμε πόρτες, παράθυρα, ντουλάπια και μπουκάλια φαρμάκων ασφαλείας για τα παιδιά. Ανεβαίναμε στα ποδήλατα χωρίς κράνη και προστατευτικά, κάναμε ωτο-στοπ, καβαλάγαμε μοτοσικλέτες χωρίς δίπλωμα. Οι κούνιες ήταν φτιαγμένα από μέταλλο και είχαν κοφτερές γωνίες. Ακόμα και τα παιχνίδια μας ήταν βίαια. Περνάγαμε ώρες κατασκευάζοντας αυτοσχέδια αυτοκίνητα για να κάνουμε κόντρες κατρακυλώντας σε κάποια κατηφόρα και μόνο τότε ανακαλύπταμε ότι είχαμε ξεχάσει να βάλουμε φρένα. Παίζαμε «μακριά γαιδούρα» και κανείς μας δεν έπαθε κήλη ή εξάρθρωση. Βγαίναμε από το

σπίτι τρέχοντας το πρωί, παίζαμε όλη τη μέρα και δεν γυρνούσαμε στο σπίτι παρά μόνο αφού είχαν ανάψει τα φώτα στους δρόμους. Κανείς δεν μπορούσε να μάς βρει.

Τότε δεν υπήρχαν κινητά. Σπάγαμε τα κόκκαλα και τα δόντια μας και δεν υπήρχε κανένας νόμος για να τιμωρήσει τους «υπεύθυνους» Ανοίγανε κεφάλια όταν παίζαμε

πόλεμο με πέτρες και ξύλα και δεν έτρεχε τίποτα. Ήταν κάτι συνηθισμένο για παιδιά και όλα θεραπεύονταν με λίγο ιώδιο ή μερικά ράμματα. Δεν υπήρχε κάποιος να κατηγορήσεις παρά μόνο ο εαυτός σου. Είχαμε καυγάδες και κάναμε καζούρα ο ένας στον άλλος και μάθαμε να το ξεπερνάμε.



Τρώγαμε γλυκά και πίναμε αναψυκτικά, αλλά δεν ήμασταν παχύσαρκοι. Ίσως κάποιος από εμάς να ήταν χοντρός και αυτό ήταν όλο. Μοιραζόμασταν μπουκάλια νερό ή αναψυκτικά ή οποιοδήποτε ποτό και κανένας μας δεν έπαθε τίποτα. Καμιά φορά κολλάγαμε ψείρες στο σχολείο και οι μητέρες μας το αντιμετώπιζαν πλένοντάς μας το κεφάλι με ζεστό ξύδι.



Δεν είχαμε Playstations, Nintendo 64, 99 τηλεοπτικά κανάλια, βιντεοταινίες με ήχο surround, υπολογιστές ή Ιnternet. Εμείς είχαμε φίλους. Κανονίζαμε να βγούμε μαζί τους και βγαίναμε. Καμιά φορά δεν κανονίζαμε τίποτα, απλά βγαίναμε στο δρόμο και εκεί συναντιόμασταν για να παίξουμε κυνηγητό, κρυφτό, αμπάριζα... μέχρι εκεί έφτανε η τεχνολογία. Περνούσαμε τη μέρα μας έξω, τρέχοντας και παίζοντας. Φτιάχναμε παιχνίδια μόνοι μας από ξύλα. Χάσαμε χιλιάδες μπάλλες ποδοσφαίρου. Πίναμε νερό κατευθείαν από τη βρύση, όχι εμφιαλωμένο, και κάποιοι έβαζαν τα χείλη τους πάνω στη βρύση. Κυνηγούσαμε σαύρες και πουλιά με αεροβόλα στην εξοχή, παρά το ότι ήμασταν ανήλικοι και δεν υπήρχαν ενήλικοι για να μας επιβλέπουν. Θεέ μου!



Πηγαίναμε με το ποδήλατο ή περπατώντας μέχρι τα σπίτια των φίλων και τους φωνάζαμε από την πόρτα. Φανταστείτε το! Χωρίς να ζητήσουμε άδεια από τους γονείς μας, ολομόναχοι εκεί έξω στο σκληρό αυτό κόσμο! Χωρίς κανέναν υπεύθυνο! Πώς τα καταφέραμε;



Στα σχολικά παιχνίδια συμμετείχαν όλοι και όσοι δεν έπαιρναν μέρος έπρεπε να συμβιβαστούν με την απογοήτευση. Κάποιοι δεν ήταν τόσο καλοί μαθητές όσο άλλοι και έπρεπε να μείνουν στην ίδια τάξη. Δεν υπήρχαν ειδικά τεστ για να περάσουν όλοι. Τι φρίκη!



Κάναμε διακοπές τρεις μήνες τα καλοκαίρια και περνούσαμε ατέλειωτες ώρες στην παραλία χωρίς αντιηλιακή κρέμα με δείκτη προστασίας 30 και χωρίς μαθήματα ιστιοπλοΐας, τένις ή γκολφ. Φτιάχναμε όμως φανταστικά κάστρα στην άμμο και ψαρεύαμε με ένα αγκίστρι και μια πετονιά. Ρίχναμε τα κορίτσια κυνηγώντας τα για να τους βάλουμε χέρι, όχι πιάνοντας κουβέντα σε κάποιο chat room και γράφοντας ; ) : D : P



Είχαμε ελευθερία, αποτυχία, επιτυχία και υπευθυνότητα και μέσα από όλα αυτά μάθαμε και ωριμάσαμε. Δεν θα πρέπει να μάς παραξενεύει που τα σημερινά παιδιά

είναι κακομαθημένα.





Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2007

ΚΑΡΑΤΖΑ FERRIES


Ο Ξ. Σαρχίδης στην Αιώνια Πόλη.

Η τηλεόραση διαφήμιζε την Avant Card. Μια πρωτοποριακή μεταμοντέρνα πιστωτική με εξαιρετικά συμφέρον επιτόκιο που οι αστερίσκοι και τα ψιλά γράμματα μετέτρεπαν σε επινόκιο.

Ο Σαρχίδης άλλαξε κανάλι κι έβαλε ειδήσεις. Τρομερό σκάνδαλο στη Βουλή. Μετά από ολονύκτια συνεδρίαση και ενώ οι βουλευτές όλων των κομμάτων ξεκινούσαν για το σπίτι, κανένα βουλευτικό αυτοκίνητο δεν έπαιρνε μπροστά. Πρόχειρη εξέταση από μηχανικούς της ΕΛ.ΑΣ. απέδειξε ότι από τα αυτοκίνητα έλλειπαν οι μίζες.

Η αντιπολίτευση κατηγόρησε αμέσως την κυβέρνηση ότι στελέχη της έπαιρναν μίζες. Η κυβέρνηση ανταπάντησε ότι στα 20 χρόνια που η αντιπολίτευση ήταν κυβέρνηση έπαιρνε περισσότερες μίζες. Κυκλοφόρησαν φήμες ότι στα πράγματα γνωστού βουλευτή της βρίζο-σπαστικής αριστεράς βρέθηκε μίζα και αμέσως οργανώθηκε "εξεταστική των πραγμάτων επιτροπή" για να εξετάσει τα πράγματά του.

Ο συγγραφέας ντετέκτιβ Ξ. Σαρχίδης μυρίστηκε δημοσιότητα. Αρκετά με τις υποθέσεις που δε θα μάθαινε ποτέ κανείς. Δούλευε τόσα χρόνια ακούραστος και ο κόσμος γνώριζε μόνο το Χολμς, τον Καρβάλιο, το Μονταλμπάνο, το Χαρίτο, το Μαιγκρέ, τον Πουαρό, το Ρέμπους και άλλους ανύπαρκτους. Εκείνος τουλάχιστον υπήρχε. Δεν ήταν λογοτεχνικός ήρωας. Ήταν ήρωας της καθημερινότητας. Επιλυτής προβλημάτων και συμπαραστάτης απλών ανθρώπων. Όπως η Άννα Bell - Στασουμύγδαλα που έφυγε στα εικοσιπέντε της χρόνια στην Αμερική για να επισκεφθεί τον ετοιμοθάνατο πατέρα της Graham.

"Τί συγκινητική ιστορία", αναπόλησε ο Σαρχίδης κι ένα δάκρυ του καθάρισε λίγο το πουκάμισο.

Ο ετοιμοθάνατος μπαμπάς της είχε χαρίσει το δαχτυλίδι του εφευρέτη παππού του κι εκείνη το είχε βάλει στη βαλίτσα της. Η Ολυμπιακή φόρτωσε κατά λάθος τη βαλίτσα σε πτήση των αερογραμμών της Ανδόρας με προορισμό το Σουδάν. Ο Σαρχίδης κλήθηκε να βρει τη βαλίτσα, ταξίδεψε μέχρι το Χαρτούμ και με αμοιβή τις τελευταίες οικονομίες της κυρίας Στασουμύγδαλα, μητέρας της Άννας, ακολούθησε τα ίχνη της βαλίτσας από το Χαρτούμ στο Τζιμπουτί και από κει στη Τζέντα, τη Τζαμάικα, τη Τζακάρτα και το Ρίο ντε Τζανέιρο χωρίς αποτέλεσμα. Η Άννα πέθανε δύο χρόνια αργότερα από τον καημό της χαμένης βαλίτσας και ο συγγραφέας ντετέκτιβ Ξ. Σαρχίδης έγραψε για τη ζωή της το ανέκδοτο διήγημα με τίτλο "Bagagge Claim Άννα μου στο μνήμα".

Ο Σαρχίδης τηλεφώνησε αμέσως στο γραφείο του υπουργού Δημοσίας Τάξεως Κυρίου Κρότωνα Γράνα και του ζήτησε να αναλάβει την υπόθεση. Ο υπουργός φανατικός θαυμαστής των "ντετέκτιβ-πεδίου" όπως ο Σαρχίδης δέχτηκε και τον κάλεσε στη Βουλή για να ερευνήσει από κοντά το φαινόμενο. Ίχνη betadine και ξυλοκαΐνης στα καπό των αυτοκινήτων τον έπεισαν ότι Οι μίζες είχαν αφαιρεθεί με χειρουργικό τρόπο.
Προς μεγάλη του έκπληξη την ώρα που εξέταζε μια πράσινη ferrari γνωστού σοσιαλιστή βουλευτή, ένα FIAT 500ράκι με πινακίδα ΙΤΑ 8 σταμάτησε εμπρός του. Στα ρουθούνια του Σαρχίδη έφτασε απότομα η γνώριμη μυρωδιά του χλωροφορμίου.

Ο συγγραφέας ντετέκτιβ Ξ. Σαρχίδης ξύπνησε στο κρεβάτι ενός πολυτελούς διαμερίσματος. Τράβηξε την κουρτίνα και αναγνώρισε με έκπληξη το λιμάνι της Ανκόνας. Το τεράστιο επιβατηγό "Άδωνις" της γραμμής Πάτρα-Ανκόνα της ΚΑΡΑΤΖΑ-FERRIES ετοιμαζόταν να αποπλεύσει. Το πρόσωπο του Σαρχίδη άστραψε. Η Ντόνα Καρατζά, η συμμαθήτριά του από το δημοτικό. Έψαξε το δωμάτιο και η αναλαμπή του επιβεβαιώθηκε. Ένα τεράστιο "Ντόνα Καραν." ήταν κεντημένο στα σεντόνια και χαραγμένο στα ποτήρια και τα ασημικά. Βρισκόταν στο μέγαρο της ΚΑΡΑΤΖΑ-FERRIES, της μεγαλύτερης πλοιοκτήτριας επιβατηγών της Ελλάδας.

Η Ντόνα μπήκε απότομα στο δωμάτιο.

-Είπα να μην σε αφήσω να ταλαιπωρείσαι με τις έρευνες, Φόντα, για χάρη των παλιών καιρών. Σε έφερα κατευθείαν στον ένοχο. Καμάρωσέ με.

-Ντόνα εσύ;

-Εγώ Φόντα. Πώς νομίζεις ότι έφτιαξα την αυτοκρατορία της ΚΑΡΑΤΖΑ-FERRIES; Από τα κέρδη του καϊκιού του πατέρα μου Πέραμα-Παλούκια; Ελέγχω τα πάντα Φόντα. Τη μιζέρια της τηλεόρασης και του τύπου, τη μιζέρια του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου, τη μιζέρια της πολιτικής και των πολιτικών. Κάθε φορά που βλέπεις μια μίζερη σειρά στην τηλεόραση, που ακούς τις ίδιες μαλακίες από ένα μίζερο πολιτικάντη ή που ακούς έναν μίζερο μουσικό να τραγουδά τις μιζέριες του και μετά από τον πρώτο του δίσκο να εκδίδει Best Of, ξέρεις ποιός κρύβεται στο παρασκήνιο; Εγώ Σαρχίδη. Και ξέρεις ποιά είναι η πρώτη ύλη για τη μιζέρια; Η μίζα.

Ο συγγραφέας-ντετέκτιβ Ξ. Σαρχίδης έμενε αμίλητος. Η Ντόνα Καρατζά τον ξενάγησε στα υπόγεια εργοστάσια μιζέριας. Αποθήκες γεμάτες μίζες και γραφεία με υπαλλήλους και υπολογιστές γέμιζαν το τεράστιο υπόγειο κέντρο παραγωγής και εξαγωγής μιζέριας. Η Ντόνα Κάραν είχε τελειώσει με τους καλλιτέχνες, τους πανεπιστημιακούς, τους τηλεδημοσιορράφους και τώρα απομιζούσε τους έλληνες πολιτικούς.

-Δεν μπορείς να αλλάξεις τίποτε Σαρχίδη. Σε λίγα χρόνια σ' αυτή τη χώρα δεν θα ζει κανείς. Δεν θα σε κρατήσω εδώ. Ξέρω ότι δε θα με καταδώσεις. Θέλω όμως να σου κάνω ένα δώρο.

Δύο υπάλληλοι της Ντόνας έφεραν μια τεράστια μίζα πάνω σε μια παλέτα με ρόδες. Ήταν μίζα αεροπλάνου, από ένα Zaharias 747. Τα θρυλικά αεροσκάφη, τα πρώτα μεγάλης χωρητικότητας πριν από τα JUMBO, χωρούσαν τόσους επιβάτες ώστε μετά από μια πτώση μπορούσαν να γεμίσουν άνετα δύο ολόκληρα νεκροταφεία. Δικαίως οι φοβητσιάρηδες πιλότοι της εποχής τα αποκαλούσαν χαριτολογώντας "δικοιμητήρια".

Ο Σαρχίδης αρνήθηκε το δώρο. Το ότι δεν μπορούσε να αλλάξει την ελληνική βιομηχανία της μιζέριας δεν θα τον έκανε και μισθοφόρο των υπευθύνων... Ζήτησε μόνο ένα αυτοκίνητο και οδήγησε μέχρι τη Ρώμη για να ηρεμήσει.

Μπήκε σε ένα μικρό εστιατοριάκι του παλατίνου λόφου. Έφαγε τη διάσημη μακαρονάδα με "salsa madonna mia" -πιάτο που ο Σαρχίδης μετέφρασε στα ελληνικά ως "Παναγιά μου Sauce"- και κατευθύνθηκε προς τη Fontana di Trevi. Το σιντριβάνι ήταν ήδη κατακερματισμένο αλλά αυτό δεν εμπόδισε το Συγγραφέα Ντετέκτιβ να ρίξει άλλο ένα κέρμα ελπίζοντας να γυρίσει κάποτε στην αιώνια πόλη. Όταν η μιζέρια θα έφτανε στο απροχώρητο, θα χρειαζόταν μια κοντινή καβάτζα...

Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2007

Political Anal-ysis


Βρίσκομαι εδώ και χρόνια εξόριστος μακριά από την Ελλάδα λόγω πολιτικού φρονημήτη, ειδικά λόγω του πάνω αριστερά που είναι σάπιος και με έχει ταράξει στον πόνο τώρα τελευταία, και βρίσκομαι σε μια επαρχιακή πόλη της γηραιάς Αλβιόνας ζώντας μόνο με ψωμί και νερό, ταμπουρομένος σε ένα υγρό υπόγειο με το ντουφέκι πάντα δίπλα μου περιμένοντας την επανάσταση. Με ειδικότητα στο μεταφυσικό πολιτικό ρεπορτάζ, έχω δημοσιεύσει αρκετά άρθρα (όπως επίσης επιρρήματα και επιφωνήματα, χο-χο-χο) σε αρκετά επιστημονικά περιοδικά κύρους (Μπλέκ, Όπεν, Πριβέ, Σούπερ Κατερίνα, Λουκ). Το παρόν κείμενο αποτελεί μια de pro-fundas (καλαματιανής ξεσποριασμένης) κοινωνιόλογική προσέγγιση στην αθέατη μεταφυσική και παραφυσική πρόσφατη πολιτική πραγματικότητα, με λίγα λόγια όλο το μπουγιουρντί με τα πολιτικά κόμματα που παίχτηκε τελευταία, όλο το παρασκήνιο που δεν θέλουν να ξέρετε όλοι αυτοί που δε θέλουν να πάει ο τόπος μπροστά, που παρεμπιπτόντως είναι οι ίδιοι που δεν θέλουν τον Αλέφαντο στον Ολυμπιακό.

Ενώ αγαπητοί μου φίλοι εμείς ξοδεύουμε την καθημερινότητά μας κάνοντας κοινά και απλά πράγματα όπως να δουλεύουμε, να πηγαίνουμε σούπερμαρκετ, να πίνουμε καμιά πρέζα (εντάξει όχι όλοι) κάποιοι άλλοι άνθρωποι κακοί θέλουν να πλήξουν την γαλήνη, τη σταθερότητα και την ευρυθμία του πολιτικού μας συστήματος. Και μη γελιέστε αγαπητοί μου δεν είναι ούτε οι Τούρκοι, ούτε οι κομμουνισταί ούτε οι σατανιστές χεβημεταλάδες. Την ανατροπή στο πολιτικό σκηνικό επιβουλεύονται σκοτεινές δυνάμεις, που δρουν αυτόνομα για προσωπικούς και ακατανόητους λόγους.

Καταθέτω λοιπόν μπροστά σας την περίπτωση του αποτυχημένου βιο-γεννετιστή Τάκη, που αφού αποείδε και λεφτα δεν είδε με την επιστήμη, άνοιξε συνεργείο στο High-δάρι όπου πουλάει εδώ και χρόνια Λαϊκους Ορθόδοξους Συναγερμούς Αυτοκινήτων, με τζάμπα η τοποθέτηση και δώρο το ημερολόγιο της ΠΑΕ Αχαρναϊκός στην οποία παίζει δεξί μπάκ ο ανεψιός του ο Φωτάκης που είναι πολύ κολόπαιδο. Και πο*στης είναι. Αλλα ας μην ξεφεύγουμε από το θέμα.

Η άρρωστη εμμονή του Τάκη με την γεννετική και το μίσος του για το κατεστημένο που τον καταδίκασε να ανήκει στην χαμηλή μικροαστική τάξη και όχι στους επιστήμονες και τους μεγαλογιατρούς με τις αμαξάρες και τις βυζούδες γκόμενες, τον έκανε να διψάει για εκδίκηση. Χρησιμοποιώντας τις γνώσεις του και παίζοντας τα DNA στα δάχτυλα βάλθηκε να συναρμολογήσει ένα πολιτικό εκτρωμα έναν μηχανικό φρανκενσταϊν, τον Καρατζαφύρερ από κάτι σαπια μέλη παλιών χουντικών, το μεγάλο δάχτυλο ενός αντιβασιλέα της δεκαετίας του 1950, το δόντι ενός ναζί και μια σπάλα βοδινή που βρέθηκε πρόχειρη στο ψυγείο στο περίπτερο του πεθερού του του Θανάση. ‘Θα δείτε ρε τι θα πάθετε!’ μονολογούσε υστερικά ο Τάκης ξεθάβοντας τον τάφο του Γιώργη του Παπαδόπουλου. Και μετά από πολλά ξενύχτια πίσω από τη μάντρα του συνεργείου του όπου είχε στήσει το εργαστήριό του ο σατανικός επιστήμονας τα πειράματα ολοκληρώθηκαν και ο βιονικός Καρατζαφύρερ είναι πια μια πραγματικότητα και κινείται ανάμεσά μας!

Το εξάμβλωμα αυτό μπορεί να μιλάει να περπατάει και να εκσπερματώνει από το στόμα (πράγμα που συνηθίζει άλλοστε), αν και ελατωματικό, γιατί έχει σκισμένα τα ράματα στο δεξί του Πλευρή και έχει Βορίδια αντί για αρχ**ια με το συμπάθειο. Τα Βορίδια αυτά αντικατέστισαν τα δύο πρόχειρα Χρυσά Αυγά που του εμφύτευσε στην αρχή για ούμπαλα ο τρελός επιστήμων Τάκης, που μετέπειτα έσπασαν καθώς από μέσα τους εκολάφθηκαν Χρυσα-αυγήτες σαυρόμορφοι υποχθόνιοι συνέλληνες που ζούνε στο κέντρο της γης και σκάνε μύτη από τη σπηλιά του Νταβέλη που και που για να πουλήσουνε κάτι άκυρα βιβλία στην τηλεόραση που μιλάνε για ούφα, αρκούδες και ρωσίδια.. Φυσικά είναι μεταμφιεσμένοι σε ανθρώπους, και ένας από αυτές τις σαύρες είναι μάλιστα κούκλος σαν Άδωνης.

Το κόλπο όμως το μυρίστηκε αμέσως η ρουφιάνα η Αλέκα. Σκέφτηκε, με τέτοιο όνομα, ‘Λαός’ (ή έστω Λάος) θα μου φάει πελατία ο λιγδιάρης. Πέρασε λοιπόν στην αντεπίθεση με το σατανικό σχέδιο της παρασκευής κομμουνιστικής πρέζας στα υπόγεια εργαστήρια του σπιτιού του Λαού, νοθευμένη με την τέφρα των άταφων αγωνιστών του Βουνού. Έθεσε σε εγρήγορση όλο το καρτέλ που συνομωτικά αποκαλείται Λαϊκό Κίνημα και όλους τους αποτρόπαιους μηχανισμούς του: πρώτα πρώτα το ξέπλημα χρημάτων έγινε μέσω της Λαϊκης Τραπεζας και με τα αζήτητα κέρδη του Λαϊκού λαχείου. Τα Λαϊκα τραγούδια που έπαιζαν από τα μεγάφωνα του Περισσού με τα αντίστροφα μηνύματά τους έστελναν τον κόσμο υπνοτισμένο σαν ζόμπι προς τις Λαϊκές αγορές όπου γινότανε το νταραβέρι κομμουνιστικής ηρωίνης. Σύριγγες για τους σκοπούς του κόμματος προμήθευε δωρεάν στους ενδιαφερόμενους το Λαϊκο Νοσοκομείο. Η πρέζα του λαού άρχισε λοιπόν να κάνει θαύματα. Από Εκάλη, Πολιτεία, Κεφαλάρι ξεχύθηκαν ζάμπλουτοι αγωνιστές με τις μερσεντές και τα Cayenne 4x4 και τα Hummer με κόκκινες σημαίες, παρατήσανε οι κύριες τα spa και το shopping και κατέβηκαν στο δρόμο στο πλευρό του Λαϊκού Κινήματος!

Οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις του τόπου όμως πέρα βρέχει... Την ίδια ώρα που συμβαίνανε σημεία και τέρατα, στο ΠαΣοΚ συζητούσανε με κάτι μωρόχαβλους μαρκετίστες πώς θα αλλάξουν το έβλημα του κόμματος ώστε και να κρατήσουν τους παλιούς παραδοσιακούς ψηφοφόρους αλλά συνάμα να κάνουν και άνοιγμα σε κάθε κατεύθυνση. Τέλος αποφασίστηκε ότι θα κρατήσουν τον πράσινο ήλιο, αλλά από μέσα θα βγαίνει ο κίτρινος Δικέ-φαλλός της ΑΕΚ με σφυρί στο αριστερό χέρι και δρεπάνι στο δεξί, που σε περιπτώσεις ανάγκης κλείνοντας τις φτερούγες του θα σχηματίζει σφυροδρέπανο που θα φωτίζει τον Ελληνικό ουρανό όπως το σήμα του Μπάτμαν στο Γκόθαμ Σίτι, και θα τσιμπάει διαφόρους αμφιταλαντευόμενους φιλοαριστερούς. Αυτό όμως ήταν και η αφορμή να χάσει το ΠαΣοΚ τα Παπα-θεμέλειά του, καθώς διαφώνησε και έφυγε εξοργισμένος από το κόμμα ο Στέλιος, ο σέντερ της ομάδας και στη θέση του ήρθε η Εύα Καϊλή και στο κόμμα έχουν καϊλώσει όλοι πολύ άσχημα και γι’αυτο πάνε για φούντο. Φάτε μάτια ψάρια!

Και μιας και μιλάμε για τους ιχθύες, οι τύποι από το ΣΥΡΙΖΑ είχαν τη φαεινή ιδέα να πάρουν ένα καϊκάκι, να βγουν στο πέλαγο και να ρίξουν δυο παραγάδια και μια τσαπαρί μπας και πιάσουν κανένα Ψαριανό για το ενυδρείο της βουλής και πρωτίστως γιατί ο μεγάλος Ψαριανός τρώει τη μικρή Ψαρούδα.

Στα δίχτυα τους όμως δυστυχώς πιάστηκαν κάτι Δελφίνοι από τη ΝΔ ( τα αρχικά ΝΔ από τα ονόματα του παθιασμένου αμαρτωλού ζεύγους Ντόρα-Δημήτρης, ναι για τον Αβραμόπουλο τον ξάδερφο του Σαρκοζί λέω και την κόρη του Δράκουλα) πράγμα που έκανε κακό στο οικολογικό προφίλ του ΣΥΡΙΖΑ κι ας μην είναι προστατευόμενα είδη τα ζώα της ΝΔ.

(Η συνέχεια την επόμενη τετραετία(;)...μάλλον.)

Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου 2007

See You In Hell My Darling

Όταν την προηγουμένη Πέμπτη έμαθα για το θάνατο του Νικολαΐδη δεν ξέρω τι ένιωσα πιο έντονα. Στεναχώρια από το ότι πλέον πήγε στην αγαπημένη του κόλαση ο, με διαφορά, μεγαλύτερος έλληνας σκηνοθέτης ή ανακούφιση γιατί πλέον έπαψε ο ελληνικός κινηματογράφος να διαθέτει τον μοναδικό άνθρωπο που στα έσκαγε από παντού γι’ αυτά που ήθελες να είσαι και κόλωσες, γι’ αυτά που ήθελες να κάνεις και δεν είχες τ’ αρχίδια. Που σου έριχνε μέσ’ τη μούρη τα σκατά μέσα στα οποία ζεις και νομίζεις ότι είναι οκ, ενώ μέσα σου ξέρεις ότι τελικά είναι σκατά, που σού δειχνε στην οθόνη αυτά που σκέφτεσαι, και την ίδια στιγμή που τα σκέφτεσαι, την ίδια στιγμή τα θάβεις ακόμα πιο βαθιά.

Κάποιοι μιλάνε για το ρόλο του στο ελληνικό σινεμά και κάτι άλλα ακαδημαϊκά, άκυρα, γιατί δεν μπορούν να καταλάβουν ότι ο Νικολαΐδης έκανε παγκόσμιο σινεμά που έβγαινε από τα πιο σκοτεινά κομμάτια του μυαλού, μακριά από οποιαδήποτε θεωρία, ιδεολογία και όλες αυτές τις μαλακισμένες λέξεις. No rules. Μόνο χωρίς κανόνες και καμιά αρχή, καμιά εξωτερική επιβολή, φτάνεις εκεί που έφτασε αυτός και δεν αυτολογοκρίνεσαι και σέβεσαι τους γύρω σου, μα πάνω απ’ όλα τον εαυτό σου.

Η παρέα και ο εγκλεισμός. Πάνω από όλα η φιλία, και ότι είναι απ’ έξω είναι εχθρός. Και όταν η φιλία δεν νικάει την εξουσία πέφτει υπερασπίζοντας την, γι’ αυτή τη γαμημένη την αξιοπρέπεια. Ο Νικολαΐδης μπήκε σε τέτοια μονοπάτια που πολλές φορές νίκησαν και τον ίδιο. Αλλά δεν έχει σημασία ποιός νίκησε. Άλλωστε η ήττα δεν είναι πιο ωραία; Οι νίκες σε μαλακώνουν, σε κάνουν λίγο πιο αδερφή, είσαι πλέον από πάνω, και αν είσαι από πάνω είσαι de facto με τους κακούς.

Σκόρπιες φράσεις και σκέψεις. Δυστυχώς δεν έχω την ικανότητα να βρω τα λόγια. Απλώς λέξεις χύμα. Αποχαιρετώ το Νικολαΐδη. Τον ήθελα κι άλλο. Αλλά δεν έχει σημασία; Τα κουρέλια τραγουδάνε για πάντα, και εκείνη η γάτα κάτι μαγειρεύει.

Υ.Γ. Τα κουρέλια είναι από τις δυο τρεις ταινίες που έχουν συμβάλει συνολικά σε αυτό που είμαι. Καληνύχτα, πάω να δω τον Άλκη να χτυπάει τα τύμπανα. Και η κατάληξη είναι γνωστή...

Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2007

Μία από τα ίδια…


Η επόμενη μέρα των εκλογών με βρίσκει στο γραφείο να τεμπελιάζω και να γράφω ένα από τα εκατοντάδες post σχετικά με τη ‘γιορτή της δημοκρατίας’ που όλοι μαζί απολαύσαμε τις τελευταίες εβδομάδες, με αποκορύφωμα τη χτεσινή βραδιά. Βλέπετε ο ‘γάτος’ έχει βγει για ‘εξωτερικές εργασίες’ και είπα ως ‘ποντίκι’ να χορέψω λίγο κι εγώ. Ντροπή μου. Έτσι θα πάει μπροστά αυτός ο τόπος; Any way



Λοιπόοοον…δεν έχω καμία διάθεση να αρχίσω να γράφω βαρετές μαλακίες για εκλογικά αποτελέσματα, το μέλλον της χώρας, δελφινισμούς και άλλες τέτοιες ανοησίες. Θα προτιμήσω να χρησιμοποιήσω την υπόλοιπη σελίδα με έναν τρόπο που να μην κουράσει τον αναγνώστη (ναι καλά…), να του ερεθίσει τη σκέψη (χαχαχα) και αν γίνεται να τον κάνει να προβληματιστεί λίγο (…). Θα σας παραθέσω λοιπόν μερικά γεγονότα που με έβαλαν σε σκέψη χτες κατά τη διάρκεια του μετεκλογικού καφέ-σουβλακίου-μπύρας, και δεν κρύβω ότι με απογοήτευσαν ελαφρός. Πριν ξεκινήσω όμως πρέπει να παραθέσω δύο πληροφορίες:


1. Στις χτεσινές εκλογές ψήφισα αυτό που μου έλεγε η καρδιά και το μυαλό μου και ομολογώ ειλικρινά ότι δεν έχω την παραμικρή ιδέα αν ήταν η ‘σωστή’ επιλογή. Ψήφος στο qu-qu-e (άκυρο για όσους δεν κατάλαβαν) με τη χρήση ενός ηλίθιου ευφυολογήματος που μου’ρθε στο λιγοστό μυαλό μου εκείνη τη στιγμή.


2. Παρόλο που είμαι λίγο πολιτικά απογοητευμένος από μερικούς φίλους, που πιθανό να διαβάσουν αυτό το post, δε νομίζω ότι (από μεριά μου) κάτι τόσο ‘ανόητο’ όπως η ψήφος του καθενός μπορεί να αποτελέσει σοβαρή αιτία για να χαλάνε οι καρδιές μας. Τέλος πάντων…ακόμα δεν ξεκίνησα και πάει η σελίδα που λέγαμε.


Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ως άνθρωπο που λίγο-πολύ αντιλαμβάνεται τι γίνεται γύρω του, βλέπω καρεκλολάγνους λαοπλάνους πολιτικούς, αραχτούς μικροαπατεωνίσκους δημόσιους υπαλλήλους, οργισμένους αγρότες μέσα σε Mercedes, αυθαίρετα μέσα σε καμένα δάση και πάνω σε παραλίες κλπ κλπ. Από την άλλη βλέπω συνταξιούχους, συνδικαλιστές, φοιτητές και πολίτες γενικότερα να κατεβαίνουν στους δρόμους, να διαδηλώνουν (δικαίως ή αδίκως), να δυσανασχετούν και να μιλούν για καλύτερες συνθήκες σε ότι είναι αυτό που τους καίει τέλος πάντων. Και πες…άντε και τη δώσαμε την ευκαιρία και μια και δυο και τρεις φορές και στα δύο μεγάλα κόμματα. Και πάλι άντε και η δεξιά και η αριστερά είχαν έντονα συναισθηματικά προφίλ στις συνειδήσεις του κόσμου μέχρι πριν μερικά χρόνια. Από εδώ και πέρα τι γίνεται όμως;;;


Κάθομαι και συλλογίζομαι λοιπόν ότι αν εξαιρέσεις τα παιδιά εκείνα που έχουν κάποιο άμεσο συμφέρον, και εκείνα που δεν έμαθαν να ξεχωρίζουν το γήπεδο από την πολιτική, οι υπόλοιποι μορφωμένοι κατά τους τύπους και σκεπτόμενοι νέοι, θα κάνουν έστω και την απόπειρα για τη διαφορά. Και θα με ρωτήσετε τώρα ποια είναι αυτή η διαφορά. Δεν μπορώ να το ξέρω, αλλά όπως το αντιλαμβάνομαι εγώ τουλάχιστον, με το να ψηφίζεις τα κόμματα που συντηρούν την κακοδιαχείριση και την απάτη όντας κυβέρνηση, ή με το να στηρίζεις, ανούσια, με την ψήφο σου, ‘μικρά’ κόμματα που προβάλουν θέσεις ακραίες, απαιτήσεις εξωπραγματικές ή έστω ‘ωραίες ιδέες’ χωρίς κανένα ουσιαστικό πλάνο πραγματοποίησής τους μόνο και μόνο για αντίδραση, δε νομίζω ότι αλλάζει τίποτα.


Και περνάω στα προσωπικά μου χτεσινά βιώματα για να ολοκληρώσω επιτέλους αυτή τη βαρετή μπούρδα που γράφω. Χθες υπήρξα μέλλος μιας αρκετά μεγάλης παρέας από νέα παιδιά σαν κι εμένα, και έφτασαν στα αυτιά μου συζητήσεις (από ψηφοφόρους των δύο μεγάλων κομμάτων) για το αν το ΠΑΣΟΚ ή η ΝΔ έχουν βλάψει πιο πολύ την Ελλάδα ως επιχειρήματα για το ποιος είναι καλύτερος για να κυβερνήσει αυτόν τον τόπο (???). Έμαθα ότι κάποιοι φίλοι προτίμησαν το ξεχασμένο στην εποχή του Στάλιν, ΚΚΕ για τη ‘μαχητικότητά’ του υπέρ των καταπιεσμένων εργαζόμενων, όταν οι αντιπροτάσεις του συγκεκριμένου κόμματος δε γίνεται να εκφράζουν λογικούς ανθρώπους (?????). Υπήρξαν και εκείνοι που επέλεξαν το ‘εναλλακτικό’ ΣΥ.ΡΙΖ.Α, του οποίου το πρόγραμμα διάβασα σε μία απέλπιδα προσπάθεια να βρω κάτι να ψηφίσω. Απογοήτευση και εκεί μιας και ήταν ο χώρος που μου ήταν ανέκαθεν πιο συμπαθής και δε βρήκα πουθενά τη ρεαλιστική ριζοσπαστικότητα που αρμόζει στην ελληνική πραγματικότητα.


Αποφασίσαμε λοιπόν όχι μόνο να δεχτούμε το ‘παιχνίδι’ αλλά να του δώσουμε και ένα μεγαλοπρεπές ΟΚ για να συνεχίσει να κάνει την καθημερινότητά μας όλο και πιο μίζερη. Γιατί ρε παιδιά;;;


Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2007

Εκλογαί


Και τώρα που το ασκήσατε το εκλογικό σας δικαίωμα ρε φιλαράκια πως νιώθετε; Μια νέα εποχή έρχεται; Απελπισία μαύρη και άραχνη; Άντε να βγει ο Σάκης να λέει καμιά μαλακία στη βουλή να γελάμε; Ρε ζημιά που θα σας κάνει πούστηδες η μορταδέλα...;


Ποια ήταν η πρώτη σου σκέψη όταν το έριξες;





Τρίτη 28 Αυγούστου 2007

....

Α ρε Ελλάδα πως σε καταντήσανε...


Κυριακή 26 Αυγούστου 2007

Χρυσόψαρα


Παίζει καλό συναυλιάκι. Κάπου στις 29 Αυγούστου μου είπαν στο Terra Vibe. Πάμε να ακούσουμε Smashing Pumpkins και Manic Street Preachers. Φαντάσματα του παρελθόντος, που κάποτε άκουγα και κάτι μου έλεγαν…. τότε.

Αναμνήσεις, άλλοτε ευχάριστες και άλλοτε δυσάρεστες. Και τι να λέει τώρα ρε? Πάει. Όσο εύκολα τα έζησες ακούγοντας το Disarm σε 60άρα TDK σε ένα ξεθωριασμένο γκρι Sony walkman πηγαίνοντας στο πανεπιστήμιο με το μόλις νέο εισακτέο Ε1, τόσο εύκολα δεν σου λένε τίποτα τώρα, ρε. Τίποτα. Κάποτε χόρευες Under Neon Loneliness στην Αντίπαρο κάπου σε ένα bar στις 7 το πρωί και νόμιζες ότι ήσουν above everything. Και τώρα και να σου έλεγαν να πας, το πιο πιθανό είναι ότι θα χανόσουν.

Θα χανόσουν ρε, θα χανόσουν όπως χάνεσαι αυτή την στιγμή και όπως χάνεσαι κάθε μέρα. Έντονα συναισθήματα, έντονες στιγμές που έρχονται, φεύγουν, ξαναέρχονται με διαφορετική μορφή και μετά απλώς ξαναφεύγουν. Ζεις καταστάσεις και με την ίδια ευκολία που λες πράγματα, απλώς τα ξελές. Όσο εύκολα κάνεις πράγματα για ανθρώπους απλώς τα ξεκάνεις. Και αυτό ήταν. Και πάμε πάλι από την αρχή. Θα μου πει κανείς, ρε φίλε με τις αναμνήσεις ζεις. Και εγώ λέω ότι μάλλον δεν θέλω αναμνήσεις, ρε. Χωρίς να το θέλω οδηγούμαι σε ηλίθια συμπεράσματα τύπου “τίποτα δεν έχει νόημα…. ρε”.

Ζηλεύω τα χρυσόψαρα μερικές φορές. Μερικοί λένε ότι η μνήμη τους κρατάει 3 sec. Άλλοι πάλι μιλάνε για 15 sec. Όπως και να έχει τα ζηλεύω. Πρέπει να είναι…. καλή φάση. Λήθη. Όχι μόνο για τις δυσάρεστες στιγμές, αλλά και για τις ευχάριστες. Και ξέρεις γιατί? Γιατί απλώς δεν υπάρχουν πια. Γιατί και η ευχάριστη στιγμή του παρελθόντος, όταν δεν υπάρχει πια είναι δυσάρεστη. Προσπαθείς να τις ανακαλέσεις και κάπου μέσα σε αυτό το χαζοκούτι που λέγεται εγκέφαλος, ένα μικρό τσιπ επαναφέρει εικόνες. Πώς γίνεται ρε πούστη? Τι γίνεται εκεί μέσα????????

Today is the greatest day I have ever known… λένε οι Smashing Pumpkins. Και εγώ πρέπει να το είχα πει τότε. Τώρα που το σκέφτομαι σίγουρα το είχα πει. Και μάλλον θα το ξαναπώ και μάλλον το μικροτσίπ του εγκεφάλου θα επαναλειτουργήσει και τότε μάλλον …… θα ευχηθώ να ήμουν χρυσόψαρο.

Τετάρτη 8 Αυγούστου 2007

Sorry κοπελιά, μάλλον έχεις βάλει την πετσέτα σου πάνω στα μπαλάκια μου…

Άλλο ένα πρόβλημα της πολυκοσμίας στις παραλίες των γραφικών νησιών μας, ή μία ακόμα πρόστυχη ατάκα του ηλιοκαψαλισμένου καμακίου που ψάχνει τάχαμου τάχαμου τα μπαλάκια για την ρακέτα (προέκταση του πέους) του; Όπως και να’χει καλοδεχούμενο είναι μιας και όλοι και όλες ‘κρα’ κάνουμε για το καλοκαιράκι.


Και δε μιλάω μόνο για τις δέκα ψωρομέρες που θα πας διακοπές κάπου (προφανώς και δεν αναφέρομαι σε κάτι προνομιούχους νεαρούς επιχειρηματίες του κράτους του Κολωνακίου και των περιχώρων)….όχι…Ένα καλοκαίρι ξεκινάει πάντα από το προηγούμενο καλοκαίρι. Είναι σαν τη δευτέρα παρουσία (βοήθειά μας) ένα πράμα. Ξέρεις πάνω-κάτω τι θα παίξει και το περιμένεις πως και πως. Εκτός βέβαια και αν είσαι καμία από αυτές τις καταραμένες ψυχές που θα καταλήξουν στο πυρ το εξώτερο ή στην προκειμένη μόνη στο διαμέρισμα στην κυψέλη, χωρίς άδεια και με τον γκόμενο να κάνει διακοπές με ‘φίλους’ σε κάποιο μέρος που τα κινητά δεν πιάνουν βρε μωράκι μου.


Any way… ξέρω ότι δεν έχετε πολύ χρόνο να διαβάζετε τις μαλακίες που γράφω μιας και πρέπει να προλάβετε το καράβι, και εγώ εδώ που τα λέμε, δεν έχω καμία όρεξη να γράψω άλλο ένα κείμενο για έρωτες, καρπούζια, παραλίες και παγωτά. Έτσι και αλλιώς δεν είναι αυτός ο σκοπός του σύντομου post μου. Το μόνο που θέλω να κάνω είναι να θυμίσω σε μερικούς από σας μία τελευταία υποχρέωση που έχετε πριν φύγετε για τις διακοπούλες σας.


Καθώς το πλοίο αναχωρεί από το λιμάνι, καθώς μπαίνεις στην εθνική οδό, καθώς το αεροπλάνο παύει από να ακουμπάει το έδαφος, κοίτα για μία στιγμή προς τα πίσω. Δώσε ένα τελευταίο φιλί στην μάνα και ερωμένη σου και υποσχέσου της ότι θα επιστρέψεις σύντομα. Εξάλλου αυτή, η Αθήνα, θα σε περιμένει για άλλο ένα ζεστό και υγρό χειμώνα γεμάτο στοργή, λαγνεία και παράνοια.


Καλό ταξίδι.


Πέμπτη 26 Ιουλίου 2007

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΠΟΝΤΙΟ..


Εδώ γράψε την αρχή του κειμένου

θα καταθέσω κ εγώ την προσπαθειά μου..

Λοιπόν χιούμορ για μένα είναι μια αιφνίδια ψυχική κίνηση που προκαλείται απο κάτι το καλοπροαίρετα ξαφνικό...

Θεωρώ δηλαδή ότι τα κύρια συστατικά του κοκταιλ «χιουμορ» είναι δύο : καλή-προαίρεση και ξάφνιασμα.. Μετά βάζεις διάφορα συνοδευτικά ευφυολογίας, καλλιτεχνίας , φιλοσοφίας , επικοινωνιολογίας και το πίνεις μονορουφι....

Χιούμορ λοιπόν είναι κάτι αναπάντεχο είτε στο περιεχόμενό του , είτε στη στιγμή του , είτε στο χώρο του δηλαδή κάτι το οποίο είναι εκτός προσδοκίσιμου , εκτός αναμενόμενου εκτός κατεστημένου ,εκτός συμβατικού , εκτός ορίων.. Κάτι εκτός ορίων στιγμης , η αλλίως κάτι που διευρύνει τα όρια της στιγμής.. Κάτι που δίνει την άλλη όψη.
Γι αυτό για να νιώσει ο άλλος το χιούμορ πρέπει να έχει την αυτοπεποιθηση και τη θέληση υπέρβασης των ορίων της στιγμής (προσωπικών ,διαπροσωπικών κοινωνικών ..) Αλλίως μένει άκαμπτος και αγέλαστος..

Δε φτάνει όμως το ξάφνιασμα. Για να είναι κάτι χιούμορ πρέπει να περιέχει το συναίσθημα της ψυχικής ασφάλειας. Είναι κάτι που σε ξαφνιάζει και σε γλυκαίνει μαζί. Επέρχεται ο ψυχικός ηλεκτρισμός και αμέσως μετά η ανακούφιση ότι αυτό που σε ξάφνιασε είναι αγαπητικό και καλοπροαίρετο.. Επίσης στην καλή προαίρεση κρύβεται η ανάγκη για επικοινωνία που εκδηλώνεται με το χιούμορ..
Ο αυτοσαρκασμός προυποθέτει εσωτερική ασφαλεια.
Ακόμα και στην πιο σκληρή μορφή του “black houmor” δεν υπάρχει κακία και επίθεση ή καλύτερα αν υπάρχει .. τοτε δεν είναι χιούμορ..

Τέλος το χιούμορ κρύβει την έννοια της εγκεφαλικής πρόκλησης. Το χιουμορ είναι κάτι εκ φύσεως οριακό.. Όσο πιο πολύ νιώθεις ότι σε φθάνει στα όρια σου τόσο πιο πολύ το απολαμβάνεις..
Το Χιούμορ είναι κάτι ψυχικό και γι αυτό είναι και κάτι σημαντικό..
--
Καταλαβαίνω φυσικά ότι από την παραπάνω τοποθέτηση είναι έκδηλη η παντελή έλλειψη χιούμορ...

Όμως όπως πάντα προσπαθείς να ορίσεις αυτό που αναζητάς..

Ήταν ένας Άγγλος , ένας Γερμανός και ένας Γάλλος και τους έπιασαν οι Ζουλού.
- Καλά , πού έιναι ο Πόντιος ρωτά ο αρχηγός των Ζουλού?
- Τον Πόντιο , Τον σκότωσε η ιστορια...



Εδώ γράψε το υπόλοιπο κείμενο

Δευτέρα 23 Ιουλίου 2007

Nothing changes, i still love you

Επιστρέφω με ένα Post το οποίο δεν έχει τίποτα απολύτως να πει. Απλά πρόσφατα ανακάλυψα ότι το όμορφο hitaki "Stop Me" από Mark Ronson featuring Daniel Merriweather είναι μια διασκευή του κλασσικού τραγουδιού των Smiths "Stop me if you think you ve heard this one before". Και επειδή ο Morrissey με μαγεύει πάρτε το καταπληκτικό Video clip.

Δευτέρα 9 Ιουλίου 2007

Και τώρα….τίποτα…

Η επόμενη μέρα της συγκέντρωσης έξω από τη Βουλή με βρίσκει λίγο πικραμένο. Όχι πως δεν περίμενα να συναντήσω αυτά που συνάντησα, αλλά κάποιος κάποτε είχε πει ότι η ελπίδα πεθαίνει τελευταία. Αν δεν το έχετε ήδη καταλάβει, αναφέρομαι στην προσέλευση του κόσμου. Δεν έχει νόημα να αρχίσω να μακρηγορώ πάλι για τη σημαντικότητα της ενεργής συμμετοχής μας και της αλλαγής του τρόπου ζωής μας για να προστατέψουμε αυτόν τον ριμαδο-πλανήτη, αλλά όσο να’ναι χτες μου γεννήθηκαν κάποιες απορίες.

Μα πού είναι όλοι;;;; Πού είναι οι φοιτητές (φιλόδοξοι μελλοντικοί δημόσιοι υπάλληλοι) που κλείνανε όλο το κέντρο επί μέρες είτε για να εμποδίσουν την ανωτατοποίηση των ΤΕΙ είτε για να αποτρέψουν την θέσπιση αναγνωρισμένων ιδιωτικών πανεπιστημίων στη χώρα μη και προοδεύσουμε λίγο…; Μάλλον έτρωγαν τα ντολμαδάκια της μαμάς και διάβαζαν για την εξεταστική…..

Πού είναι αυτοί που κατακλύζουν τους δρόμους για να μην πούμε τα Σκόπια Μακεδονία και για να συνεχίσουμε να έχουμε ‘Χριστιανός Ορθόδοξος’ γραμμένο στις ταυτότητές μας; Μάλλον συνεχίζουν να φωνάζουν συνθήματα, αλλά συνθήματα τύπου γηπέδου στο συνέδριο του κόμματος.

Πού είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι που κάθε τρεις και δύο διαδηλώνουν για 100 € παραπάνω σύνταξη και για τα λεφτά των ταμείων και τα ομόλογα; Μάλλον κάθονται με τα σώβρακα στον καναπέ κάτω από το air condition και βλέπουν επαναλήψεις στην τηλεόραση.

Αυτό που με προβληματίζει στην προκειμένη περίπτωση είναι η ψευδαίσθηση που έχουμε σ’αυτή τη χώρα ότι έχουμε τάχα μου κάποιο πολιτισμό. Λες και πολιτισμός είναι μόνο οι Ολυμπιακοί Αγώνες και οι παραστάσεις στην Επίδαυρο. Τελικά μήπως μας αξίζει να ζούμε σε μία καμένη και καταπατημένη πραγματικότητα; Κύριοι σας αξίζει η μιζέρια σας, τουλάχιστον μην αυθαιρετείτε πάνω στις δικές μας ζωές.

Τρίτη 3 Ιουλίου 2007

Και τώρα???


Τρίτη σήμερα, 3 Ιουλίου 2007, κάηκε η Πάρνηθα και τα emails με τις φλόγες, τη στάχτη και τα απανθρακωμένα ζώα γεμίζουν το inbox μου. Δε λέω, μία μορφή ευαισθητοποίησης είναι και αυτή αλλά από εδώ και πέρα τι κάνουμε; Αρκεί να κατηγορούμε τους εαυτούς μας και τους γύρω μας ότι κάνουμε επανάσταση του καναπέ και αντίσταση μέσω emails και blogs (όπως κάνω τώρα κι εγώ δηλαδή); Έτσι όπως το κόβω, σε πολύ λίγα χρόνια η ζέστη θα είναι τόσο έντονη που και να θέλουμε, δε θα μπορέσουμε να κάνουμε τίποτα άλλο από το να διαμαρτυρόμαστε εκ του σαλονιού, αγκαλιά με το κλιματιστικό.



Λοιπόν παιδιά καλά και τα mails αλλά δεν λένε απολύτως τίποτα. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όσο πιο γρήγορα μπορούμε ότι αν δεν ΚΑΝΟΥΜΕ κάτι, τίποτα δε θα αλλάξει προς το καλύτερο, πόσο μάλλον στη χώρα που ζούμε που έχουμε μία τάση για κατήφορο. Μέσα στη φρενίτιδα γύρω από το καταστροφικό αυτό συμβάν, άκουσα ότι την Κυριακή 8 Ιουλίου και ώρα 7 το απόγευμα θα γίνει μία συγκέντρωση έξω από τη Βουλή με κεντρικό θέμα τη προστασία των δασών και του περιβάλλοντος γενικότερα, αποκομμένη από κάθε πολιτική σκοπιμότητα.


ΛΑΘΟΣ


Η πολιτική σκοπιμότητα υπάρχει και πρέπει να υπάρχει, αρκεί να είναι προσανατολισμένη στο να δείξει στους πολιτικούς αρχηγούς ποιο θα είναι το πολιτικό κόστος αν δεν λάβουν τα μέτρα τους. Και δε μιλάω μόνο για την αναδάσωση της κάθε ‘Πάρνηθας’ αλλά ακόμα και για το γκρέμισμα του κάθε γαμημένου αυθαίρετου εκεί που κάποτε υπήρχε δάσος, παραλία κλπ., για την αστυνόμευση των δέκα κωλονόμων που έχουμε σ’αυτό το μπουρδέλο που λέμε Ελλάδα μπας και δεν καταλήξουμε να κυκλοφορούμε με κελεμπίες τα καλοκαίρια πάνω σε καμήλες. Τέλος πάντων…αν δε σας πειράζει αυτήν την Κυριακή να μην πάτε στην παραλία, πάμε μια βόλτα από το κέντρο μπας και καταφέρουμε να αλλάξουμε έστω και λίγο τη ροή των πραγμάτων. Εγώ λέω να περάσω από εκεί…


Αυτά προς το παρόν…θα σας ξαναστείλω αυτό το mail σε λίγους μήνες γιατί πολλοί από εσάς, όταν φτάνουν οι εκλογές, φαίνεται να ξεχνάτε τι συμβαίνει στη χώρα μας εδώ και πολλά-πολλά χρόνια που μας κυβερνάνε 2-3 σόγια.


Ελπίζω να τα πούμε από κοντά την Κυριακή!


Σας φιλώ όλους

Γιώργος – Kou – qu – Cookie – ή όπως αλλιώς προτιμάτε

Πέμπτη 21 Ιουνίου 2007

ΚΑΜΕ ΡΑΜΑΝ


Ρεβυζιονιστικά και ταξικά ζητήματα γύρω από μια υπόθεση του Ντετέκτιβ
Ξ. Σαρχίδη



Ο Ντετέκτιβ Ξ. Σαρχίδης περίμενε ταξί στο πεζοδρόμιο της Ακαδημίας. Είχε περάσει σχεδόν μία ολόκληρη ώρα και ταξί πουθενά. Είχαν εξαφανιστεί; Είχε διατάξει γενική απεργία ο Ταξίαρχος; Όπως και να είχαν τα πράγματα, το ταξίμετρο της Ακαδημίας έδειχνε μηδέν και το όνειρο μιας αταξικής κοινωνίας είχε γίνει έστω και για λίγο πραγματικότητα στο κέντρο της Αθήνας.

Ο Σαρχίδης άφησε τα μαρξυστικά του συμπεράσματα για να ξυστεί και με την άκρη του ματιού του παρατήρησε έναν σταματημένο ταξιτζή που έκανε ακριβώς το ίδιο. Πλησίασε τον τα-ξυν-τζή και του έδωσε τη διεύθυνση του νοσοκομείου. Η Βόνα Petit, ο εφηβικός του έρωτας ήταν στα τελευταία του. Για τους συνομηλίκους της παρέας του '60 που την αποκαλούσαν Βόνα-Πάρτυ δεν ήταν παρά η αρχηγός του καθημερινού ξεσαλώματος ενώ για τους γκόμενους που άλλαζε σαν τα πουκάμισα ήταν η αγαπημένη τους ΛυσσαΒόνα. Για τον Σαρχίδη όμως, ήταν η πρώτη του γυναίκα. Η δική του δεσποινίδα της οδού Αβινιόν.

Αν και οι αναισθησιολόγοι απεργούσαν, η αναισθησία ήταν διάχυτη σε όλο το νοσοκομείο. Ράντζα παντού έκλειναν τους διαδρόμους. Για να οδηγήσεις φορείο μέσα από το απέραντο αυτό Ραντζαστάν χρειαζόσουν ειδικό δίπλωμα σωφέρ-ράντζα. Έφτασε στο δωμάτιό της με μια τεράστια ανθοδέσμη. Η Βόνα ήταν περικυκλωμένη από δεκάδες ορούς που κατέληγαν με σωληνάκια στο σώμα της. Η επιβίωσή της ήταν ζήτημα ορών. Ο Σαρχίδης έπεσε στην αγκαλιά της και άρχισε να κλαίει. Το σώμα του έκανε πέφτοντας ένα περίεργο γκελ.

"Γιατί κλαις άντρα της ζωής μου;", είπε η Βόνα Πάρτυ μέσα από τη μάσκα οξυγόνου, "Δεν έχω απολύτως τίποτε, ήρθα απλώς για την τρίτη μου προσθετική στήθους".

Ο Σαρχίδης κάρφωσε το μάτι του στο υπεύθυνο για το γκελ, ολοκαίνουριο στήθος και θυμήθηκε τις ρεβυζιονιστικές συνήθειες της πρώτης το γκόμενας. Στο στόμα της Βόνας σχηματίστηκε ένα τεράστιο χαμόγελο σαν ανοιχτό μύδι. Ο Σαρχίδης αγνόησε το μυδίαμα και πέρασε στην αντεπίθεση.

"Τότε γιατί αυτή η βιασύνη Βόνα; Το τηλεφώνημά σου;"

"Νομίζεις πως σε κάλεσα εδώ για να με κλάψεις; Έχω να σου αναθέσω μια υπόθεση δολοφονίας..."

Η Βόνα Πάρτυ είχε θάψει ήδη δύο συζύγους. Ο συγγραφέας-ντετέκτιβ Ξ. Σαρχίδης καλούταν να εξιχνιάσει τη δολοφονία του τρίτου συζύγου, του Κάμε Ραμάν επιφανούς ινδού οπερατέρ. Ο πρώτος της σύζυγος φυσικός στο επάγγελμα, είχε πεθάνει στα 30 του από εισπνοή μεγάλης ποσότητας φυσικού αερίου σε εργαστήριο φυσικής του Φυσικού της Πάτρας. Οι γιατροί φυσικά είχαν διαγνώσει φυσικό θάνατο. Ο δεύτερος, ποιητής στο επάγγελμα, πέθανε από μελαγχολία που δεν κατάφερε να εκδώσει ούτε μία ποιητική συλλογή. Οι εκδότες πίστευαν στα γνωστά ονόματα. Έτσι προτιμούσαν χίλιες φορές να εκδώσουν το σίγουρο best seller "Συμβολή στη μελέτη των ψυχαναλυτικών προσεγγίσεων στις κριτικές απόπειρες για την ολιστική ψυχαναλυτική ανάλυση της ψυχοσύνθεσης των μελετητών της υψικαμίνου του Ανδρέα Εμπειρίκου", παρά την ποιητική συλλογή ενός νέου και πιο απειρίκου ποιητού.

Ο οπερατέρ είχε δολοφονηθεί στην Κηφισιά έξω από τον ηλεκτρικό σταθμό, λίγο μετά το γύρισμα. Ο ντετέκτιβ Ξ. Σαρχίδης είχε αποφασίσει να ξεκινήσει την έρευνα από τη Δανάη Λάμα, παραγωγό της τελευταίας ταινίας που γύριζε ο Ραμάν. Έφτασε έξω από το διαμέρισμά της στην οδό Σούτσου. Το μποτιλιάρισμα στην εξώπορτα μαρτυρούσε πως η Δανάη Λάμα ήταν πρωταθλήτρια στην κατανάλωση μπύρας.

"Πρόκειται για μια ταινία του Βαγγελόπουλου, χικ", είπε η Δανάη Λάμα "To μετέωρο βήμα του πιο αργού. Χικ. Ο Ραμάν βοηθούσε το Βαγγελόπουλο να γυρίσει το αγαπημένο του πλάνο στην ταινία. Ένα μονοπλάνο διάρκειας 55 λεπτών χωρίς διακοπή μέσα στον ηλεκτρικό από τον Πειραιά μέχρι την Κηφισιά. Δεν άφηναν κανέναν από μας να μπει στο βαγόνι. Προσπαθούσαν να γυρίσουν το τεράστιο αυτό πλάνο μόνοι τους για μια εβδομάδα, μέχρι που τους διέκοψε η δολοφονία του Κάμε... Είμαστε όλοι συγκλονισμένοι".

"Και ο σκηνοθέτης;", ρώτησε ο Σαρχίδης κάνοντας πως σημειώνει στο μπλοκάκι του ενώ το στυλό του είχε τελειώσει.

"Ο Τεό; Έχει εξαφανιστεί από την ημέρα του φόνου. Δεν μπορούμε να τον βρούμε πουθενά. Σίγουρα θα είναι πολύ συγκλονισμένος".

Η εξαφάνιση του σκηνοθέτη του φάνηκε πολύ περίεργη. Χρειαζόταν όμως αδιάσειστα στοιχεία για να τον ενοχοποιήσει. Δεν αγχώθηκε. Ο συγγραφέας ντετέκτιβ είχε δει όλες τις ταινίες του Βαγγελόπουλου και ήταν σίγουρος ότι με την ταχύτητα που θα το έσκαγε ο ύποπτός του, θα του έπαιρνε τουλάχιστον μήνα για να απομακρυνθεί από την Αθήνα.

Ο Σαρχίδης ζήτησε να δει τα πλάνα που είχαν γυριστεί μέχρι εκείνη τη στιγμή. Μελετώντας τα το ίδιο βράδυ στο φως της λάμπας του γραφείου του παρατήρησε πως όλα τα φιλμ κόβονταν λίγο μετά το Μαρούσι. Το κουδούνι τράβηξε την προσοχή του από το φιλμ. Άνοιξε την πόρτα. Ήταν η Βόνα που λυτρωμένη από τα νοσοκομειακά της αξεσουάρ είχε έρθει να του παραδοθεί άνευ ορών.

"Θέλω να θημυθούμε την πρώτη φορά", είπε και βγάζωντας την μπλούζα επιτέθηκε στον Σαρχίδη.

"Ας σεβαστούμε τη μνήμη του Κάμε, Βόνα, για το θεό, προσπαθώ να εξιχνιάσω το φόνο του", είπε ο Σαρχίδης και δίνοντάς της πίσω τη μπλούζα που μάζεψε από το πάτωμα, έδωσε ένα επαγγελματικό τέλος σ' αυτή την αναπάντεχη νυχτερινή βύζιτα. Έδωσε ραντεβού για το επόμενο βράδυ στο σπίτι της Βόνας στην Κηφισιά όπου σαν άλλος Ηρακλής Πουαρώ θα της τα εξηγούσε όλα.

Ο Σαρχίδης αποφάσισε να ξαναζήσει το σκηνικό του φόνου. Ένα ταξίδι με τον ηλεκτρικό από τον Πειραιά μέχρι την Κηφισιά έκανε την αλήθεια να λάμψει. Ο Τεό θα παρακολουθούσε τον ηθοποιό καθισμένο στη θέση του και τους ταξιδιώτες να μπαινοβγαίνουν ενώ ο Ραμάν με το μάτι του στο βιζέρ της κάμερας και το μυαλό του στο βυζέρ της Βόνας θα γύριζε το περιβόητο πλάνο. Αμέσως μετά το Μαρούσι η εκφωνήτρια του τρένου θα πληροφορούσε τους επιβάτες "Επόμενος σταθμός ΚΑΤ". Ο έμπειρος οπερατέρ με το μυαλό του στη Βόνα θα άκουγε το CUT και θα σταματούσε το γύρισμα. Ο Βαγγελόπουλος εκνευρισμένος θα ξαναγυρνούσε στον Πειραιά και θα επιχειρούσε και πάλι να γυρίσει το πλάνο του. CUT και πάλι από τον Πειραιά.

"Αν ο Ραμάν έκανε το ίδιο λάθος επι μια εβδομάδα θα τον δολοφονούσα κι εγώ ο ίδιος", κατέληξε ο Σαρχίδης και ξεκίνησε για το σπίτι της Βόνας.

"Σιγά μην του κάνω μήνυση που με απήλαξε από τον ινδό μου", είπε η Βόνα, "άλλωστε εδώ και 2 εβδομάδες με φλερτάρει ο Τόμυ, το χρυσό μου έχει γίνει πολύ επίμονος και λέω να ενδώσω στην προταση γάμου του, την έρευνα σου τη ζήτησα έτσι από περιέργεια..."

Η Βόνα Petit αναφερόταν φυσικά στον γερμανό ζάμπλουτο εργοστασιάρχη και επινοητή των αυτοκλιματιζόμενων πουκαμίσων Δρ. Toyotomi Hillfiger που πιθανότατα θα ήταν το επόμενο θύμα της.

"Και η πληρωμή μου;", είπε ο Σαρχίδης με νόημα.
"Παίρνετε "πλαστικό" χρήμα;", ρώτησε η Βόνα με νόημα.
"Όχι mastercard, όχι diner's", είπε ο Σαρχίδης με νόημα.
Μη έχοντας άλλη επιλογή η Λύσσαβόνα τον κράτησε σπίτι και τον πλήρωσε με βύζα.

Ήταν περασμένες 11. Ο συγγραφέας ντετέκτιβ Ξ. Σαρχίδης έψαχνε ταξί για να κατέβει την Κηφισίας. Παραδόξως οι ταξικές διαφορές της Κηφισιάς με το κέντρο της Αθήνας ήταν ελάχιστες, οπότε προτίμησε να πάρει το τρένο. Επόμενος σταθμός CUT, ήταν το τελευταίο που άκουσε πριν τον πάρει ο ύπνος.

Παρασκευή 15 Ιουνίου 2007

Αυτοβιογραφικο


Γεννηθηκα το 1979 στον Πύργο ΥπνΗλείας απο γονεις ναρκοληπτηκους βεδουινους, τσιλιαδορους στο επαγγελμα και πολυ ξυπνιους. Μεγαλωσα μεσα στη χρυση δεκαετια των 1980s, την εποχη της Αλλαγης, του ‘Σ’αγαπαω Μ’Ακους;’, του Γαρδελη και του Σαραβακου.

Τοτε που τα μαγαζια ειχανε ονοματα οπως Bora-Bora, Safari και Copa Cabana, οι νεολαιοι ειχαν genuine χαιτη αλητικη, καραφλιαζανε οταν ακουγανε κανενα ‘κουφο’, κανανε σουζες με τις ‘χιλιαρες’, σκαγανε μυτη στις ντισκο να χορεψουνε με τα μανουλια και να ‘τη βρουνε’. Μιλαμε ‘και η πρωτη’ δεκαετια!

Απο μικρο παιδι ημουν ανησυχο πνευμα με ιδιαιτερη κλιση στις επιστημες και πιο πολυ στην ιατρικη. Δεν θα ξεχασω ποτε να παιζω το γιατρο με τα αλλα παιδακια της γειτονιας στην αλανα διπλα απο το σπιτι μου, χρησιμοποιωντας τις διαφορες συριγγες και χρησιμοποιημενα προφυλακτικα που εβρισκα κατα καιρους κατω στα χωματα και την καβατζα με τα Kineton (χαπια για το παρκινσον) που ειχα φτιαξει ψυριζοντας περιτεχνα τον ανυποψιαστο παπου μου. Αργοτερα το κοψαμε γιατι μερικα πιτσιρικια παθαιναν στερητικα και αρχισανε να με ζαλιζουνε ολη την ωρα θελωντας να ανταλλαξουνε τα G.I. JOE τους για κανενα κουμπι.

Οι αθλητικες μου επιδοσεις ηταν αξιοθαυμαστες. Ημουν ο μονος στη γειτονια που μηδενιζα το Shinobi με ενα μονο εικοσαρικο! (Ποιο εικοσαρικο δηλαδη, να ειναι καλα αυτος ο αγιος ανθρωπος που εφηυρε το κολπο με την πετονια...) Επισης ειμουν καλος στο μπαρμπουτι. Μα πως μπορω να ξεχασω μια βραδια πισω απο την ψησταρια του Ταση του Σκουρκου, τα τεσσερα ντορτια στη σειρα και το ξυλο που εφαγα κατηγορουμενος οτι τα ζαρια μου ητανε ‘καραγκιοζακια’. Υπηρξαν ομως και οι περιπτωσεις που ειδα και τους καρπους των κοπων μου, και πανω απ’ολα οταν συμπληρωσα το αλμπουμ της ΚΑΡΟΥΖΕΛ με το ελληνικο πρωταθλημα ποδοσφαιρου (του 1986 νομιζω) κολωντας το Γιωτη Τσαλουχιδη τον οποιο μολις ειχα κερδισει στο ‘πεταχτο’. Η χαρα μου ηταν ανειποτη αφου μαζι με τον συμπαθεστατο κολλητο μου Γιωτη αποκομισα και το πολυποθητο τροπαιο, το αγιο δισκοποτηρο των νεανικων μου χρονων, το θαυμα της τεχνολογιας που ακουγε στο ονομα ATARI!!! Δυστυχως παρεμεινα αταρος γιατι δεν ειχαμε τηλεοραση σπιτι γι’αυτο κι εγω ανταλλαξα το μπλιμπλικι με δυο σιδεροτυπα του Hulk Hogan απο το Μπλεκ, μια κασσετα με επιλογες Μαικλ Τζακσον απο τη μια πλευρα και Τακη Μπινιαρη και Duran Duran απο την αλλη, δυο τσοντες ‘μικυ μαου’ και μια Ζακουλα, ενα πακετο τσιγαρα-τσιχλες, και μια αφισα του Μαραντονα απο το Mexico 1986. Το ξερω με πιασανε μαλακα, αλλα ειχα μεγαλη αδυναμια στο Ζακουλα, το ομολογω και συγχωρεστε με για την ελευθεριοτητα της εκφρασεως, ητανε καυλα. Ηταν το πρωτο σημαδι που προσεδιδε την υπερφυσικη δυναμη του αδυνατου φυλου πανω μου και ποσο τελικα θα καθοριζε την υπολοιπη ζωη μου.

Τα πρωτα ερωτικα σκιρτηματα δεν αργησαν να παρουσιαστουν και η παιδικη μου καρδουλα αρχισε να χτυπαει με ταχυτατους χεβυ μεταλ ρυθμους οποτε αντικρυζα την παιδισκη καλονη Λουλα απο το Καταραχι. Το τραγουδι του Λογο ‘Λουλα- παμ παμ παμ παμ-Λουλα’ με συνοδευε παντου παιζοντας μεσα στο κεφαλι μου και η καψουρα μου φουντωνε ολο και περισσοτερο. Την γνωρισα σε ενα ‘Μπαλ-Ντ’Ανφαν’ (χορος μασκε για παιδια για οσους δεν κοζαρουν) που με πηγε η θεια μου η Καλλιροη, ντυμενος στρουμφακι καποιες αποκριες της προ-Lambada εποχης. Ηταν αερινη, ντυμενη ‘Βασιλισσα της Νυχτας’ χορευοντας λαγνα με ενα σακουλακι ΦΟΦΙΚΟ στο ενα χερι και με ενα μαγικο ραβδι (η σκηπρο, ενα προστυχο καμουτσικι τελος παντων) στο αλλο, και με καλουσε μαγεμενο στον παραμυθενιο της κοσμο. Δυστυχως οι χορευτικες μου ικανοτητες με τις περιτεχνες σπαστικες ρομποτικες μου φιγουρες σταθηκαν αδυνατες στο να γοητευσουν τη Λουλα η οποια δεν σταματησε να με αγνοει και να επιμενει να χορευει αποκλειστικα με τον Τακη, ενα παιδοβουβαλο ντυμενο (κοκκινο) νιντζα με εξισου λιγδιασμενα χερια απο τα πολλα γαριδακια. Ενοιωσα συντετριμενος. Ητανε να με κλαινε οι ρεγγες. Κλειστηκα στον εαυτο μου και πεταξα το κλειδι καπου μακρια ελπιζοντας πως μονο η Λουλα θα μπορουσε να το βρει μια μερα και να ανοιξει ξανα τα φυλλοκαρδια μου.

Εκει που τιποτα δεν εδειχνε ικανο να θεραπευσει την πονεμενη μου καρδια, ηρθε το επος του 1987 και το 101-103 στον τελικο του EUROBASKET εναντιον των κακων σοβιετικων με τα μουστακια. Το επομενο βραδι μου παρουσιαστηκαν στον υπνο μου ως αρχαγγελοι ο Παναγιωτης Γιαννακης (κλαιγοντας ντυμενος γρια) και ο τιμιος οικοδομος γιγαντας Αργυρης Καμπουρης με μιστρι στο χερι, και με εμψυχωσαν, με βοηθησαν να σταθω στο υψος μου (1 και 56 τοτε) και μου τραγουδησαν γλυκα ενα παλιο χιτ του Σταματη Κοκοτα. Αυτο ηταν! Η ζωη μου αλλαξε, ο κοσμος ηταν και παλι πολυχρωμος, τα λουλουδια ανθησαν, τα λουκιανα κηλαηδονια τιτιβιζαν χαρουμενα ‘τον υμνο των μαυρων σκυλιων’, και μικρο μου πονυ μικρη μου πορνη ηρθε η ανοιξη ξανα!

(η συνεχεια την επομενη δεκαετια ισως και με τονους)



Πέμπτη 14 Ιουνίου 2007

Ο σοσιαλισμός στον 21ο αιώνα: To φαινόμενο του αναπτήρα


Είμαι που λες αραχτός στον καναπέ μου και πίνω τη φραπεδιά μου με τη μισή ζάχαρη (είμαι σε φάση δίαιτας βλέπεις….προσπαθώ να περάσω στην κατηγορία ‘άνθρωπος’ από την κατηγορία ‘μαστόδοντο’ που βρίσκομαι εδώ και 27 χρόνια), και χαζεύω καμιά μαλακία στην τηλεόραση. Σχεδόν δύο χρόνια πριν όμως, βρισκόμουν σε μία μικρή πόλη της Σκωτίας, αραχτός πάλι σε έναν άλλο, μαύρο δερμάτινο καναπέ, και έπινα τον αχτύπητο nes μου συνοδεία με ένα πακέτο τσιγάρα. Τότε που λες κάπνιζα σαν τον αράπη, μην κοιτάς τώρα που προσπαθώ να το ‘ελαττώσω’ μπας και ζήσω πάνω από 40 χρόνια. Any way… εκείνη την ‘belle epoc’, είχα μία χαριτωμένη μικρό-μανιούλα να αγοράζω αναπτήρες clipper, αποκλειστικά πορτοκαλί χρώματος. Και εκεί είναι που άρχισαν όλα…



Ως καπνιστής/ρια κι εσύ, καταλαβαίνεις ότι οι αναπτήρες αυτοί δεν έμεναν και πολύ καιρό στα χέρια μου. Είτε σε καμία pub, είτε στο café του uni, είτε στο 10c Wallace Street, ο πορτοκάλι μου σύντροφος αργά ή γρήγορα θα μετακόμιζε από τη στοργική μου τσέπη. Θα έβρισκε κάποιον καλύτερο εραστή; θα άραζε ανάμεσα σε τίποτα μαξιλάρια κανενός καναπέ; Ποιος ξέρει…; Το σίγουρο πάντως ήταν ότι τις περισσότερες φορές, όπου και αν ήμουν, θα έφευγα με έναν αναπτήρα ασχέτως αν ήταν ο δικός μου. Λόγω όμως της χαρακτηριστικής αισθητικής των συγκεκριμένων αναπτήρων, δεν ήταν λίγες οι φορές που τους ξαναείδα στα χέρια κάποιου φίλου. Σε μερικές περιπτώσεις η αντίδραση μου ήταν ένα απλό ‘γεια, τι γίνεται;’ προς τον παλιό μου clipper, ή ένα ‘μου καβάντζωσες τον αναπτήρα μωρή κουφάλα;!’ προς τον νόμιμο πλέον ιδιοκτήτη.

Ο κύκλος όμως συνεχιζόταν. Εγώ αγόραζα πορτοκαλί clippers, τους κρατούσα για μερικές μέρες, με κάποιο μαγικό τρόπο γίνονταν αναπτήρες hondos, πράσινοι bic κλπ, και όταν βρισκόμουν χωρίς ‘φωτιά’ αγόραζα πάλι έναν πορτοκαλί αναπτήρα.

Παρατήρηση

Προφανώς όλοι οι καπνιστές ακολουθούν κάποια παρόμοια τακτική. Αν δεν ίσχυε αυτό, εγώ θα είχα ξοδέψει περίπου 14.886.473 ευρώ σε αναπτήρες και όλοι οι υπόλοιποι καπνιστές του πλανήτη θα είχαν έναν πορτοκαλί αναπτήρα τύπου qu.

Μόλις έκανα αυτή τη σκέψη για πρώτη φορά, προσπάθησα να ερμηνεύσω την ψυχολογία και το σκεπτικό πίσω από αυτή τη στάση απέναντι στο φαινόμενο αυτό, που είτε συνειδητά είτε υποσυνείδητα ωθούσε τον κάθε καπνιστή στο περίπτερο για την αγορά άλλου ένα αναπτήρα.

Συμπέρασμα

Οι σφυγμοί μου αρχίζουν και ανεβαίνουν. Ένα ανάμικτο συναίσθημα ενθουσιασμού και τρόμου μαζί με κυριεύει. Έχω κάνει τη μεγαλύτερη οικονομικοκοινωνική ανακάλυψη του 21ου αιώνα;;;!!! Ε ναι λοιπόν! Μπροστά μου απλώθηκε μια μοναδική αλήθεια. Να γίνω πιο σαφής; Εντάξει.

Η παραπάνω διαδικασία που απεικόνισα, είναι απόλυτα λογική. Αν δεν έχεις αναπτήρα για να ανάβεις τα τσιγάρα σου θα αγοράσεις έναν. Παρόλα αυτά, γνωρίζεις ότι μπορείς κάλλιστα να αποφύγεις την αγορά και να ‘σουφρώσεις’ έναν από την ομήγυρη με πρώτη ευκαιρία. Παράξενο ε;

Ανυποψίαστε φίλε μου, σου ανακοινώνω ότι θέλοντας ή μη έκανες μία απόλυτα σοσιαλιστική πράξη!!! Αγόρασες έναν αναπτήρα που θα χρησιμοποιήσεις ελάχιστα σε σχέση με τη διάρκεια ζωής του, τον παραχωρείς και συχνά δεν τον διεκδικείς. Τροφοδότησες λοιπόν το σύστημα με έναν ακόμα αναπτήρα ΓΙΑ ΤΟ ΚΟΙΝΟ ΚΑΛΟ!!!!!!!!

Τι έκπληξη!!! Εγώ, ένας λόγιος που με θέρμη στηρίζει τα τελευταία χρόνια την άποψη της μη ύπαρξης ιδεολογιών στο σύγχρονο κόσμο, βρίσκομαι τώρα παντελώς διαψευσμένος, όχι από κάποια θεωρία και φαμφαρισμό του κώλου, αλλά από ένα μοναδικό κοινωνικό φαινόμενο· ίσως την τελευταία ένδειξη ότι ο σοσιαλισμός ζει!

Πάω για τσιγάρο

qu

Κυριακή 10 Ιουνίου 2007

9:17 Sunday June 10 2007

Ο ήχος του samsung με ταράζει .Δε θα είναι πάνω από 3 ώρες από τότε που ο Μορφέας με πήρε από το island και με ξάπλωσε στο κρεβάτι μου.Καποιος παλιός γνώριμοςμε θυμήθηκε κάπου στη Φρανκφούρτη.Από το ύφος του μηνύματος του καταλαβαίνω ότι επιστρέφει με άγριες διαθέσεις.Είναι όμως νωρίς.Δεν πρέπει να ξυπνήσω.Αυτή την ώρα της Κυριακής φοβάμαι ότι έχω να τη ζήσω πάνω από χρόνο με πιθανότερο να είναι συνέχεια νύχτας και όχι το ξεκίνημα της μέρας.Προσπαθώ να μετρήσω κανένα πρόβατο(γιατί άραγε πρόβατα και όχι κάποιο άλλο χαριτωμένο ζώο του βασιλείου)μπας και ξανακοιμηθώ.Μάταια.Από την πολύ προσπάθεια αγχώθηκα. Βάζω Floyd γιανα ξυπνήσω πιο γλύκα.Περιέργως με Floyd κοιμήθηκα εκεί γύρω στις 6.Το σκηνικό περιέργως μου θυμίζει κάτι Κυριακές στην fgloucester του Λονδίνου που μπορεί να μην έζησα και ποτέ.Τι ωραία χρόνια .
Τελικά Σάββατο βράδυ ίσως δεν πρέπει να βγαίνω.Ίδιες φάτσες,ίδιες εικόνες, γυναίκες μόνες που ψάχνουν τον επιούσιο,άντρες μόνοι που δεν μπορούν να τους τον δώσουν,ζεύγαρια που προσπαθούν να κρύψουν ότι βαριούνται,κίνηση παντού στην πόρτα,στις τουαλέτες,στο
bar.Μια γυναικεία φωνή αποκρίνεται.
-Δε βρήκες ακόμα καμία κοπέλα που να αξίζει?
-Όχι ρε μάνα ,άσε με πρωινιάτικα.
-Ούτε ξαναείδες την Ε. ?
-Όχι.
-Γιατί? Γιατί έχουν γίνει τόσο δύσκολες οι σχέσεις των ανθρώπων σήμερα?
-Μάλλον γιατί βαριέσαι εύκολα.
-Τους φίλους σου γιατί δεν τους βαριέσαι?
-Ίσως γιατί έχω πολλούς και τους αλλάζω συνέχεια..
Ο ήλιος λάμπει,τα πουλάκια κελαηδούν ακόμη, ο Αίολος έχει ανοίξει τους ασκούς του για τα καλά, και η θάλασσα με καλεί στην αστραφτερή αγκαλιά της.Μάλλον πρέπει να αρχίσω να ξαναθεώρω την Κυριακή σαν την πρώτη μέρα της εβδομάδας.Λοιπόν μια ηλιόλουστη,υπεραισιόδοξη εβδομαδα ξεκινά.Καλημέρα και καλή εβδομάδα σε όλους

Παρασκευή 1 Ιουνίου 2007

The Unsmiling World of Avant Garde

Μια φορά και έναν καιρό, σε μια χώρα μακρυά στο Βορρά, που έκανε πολύ κρύο και είχε συνέχεια χιόνια, ζούσε ένα αγοράκι που τον έλεγαν Βλαδίμηρο. Όταν πήγαινε σχολείο, τα άλλα παιδάκια δεν τον έπαιζαν γιατί ήταν άχρηστος στη μπάλα και τον κοροϊδεύαν όλη την ώρα γιατί είχε από τότε ένα περίεργο τριγωνικό γενάκι. Όταν μεγάλωσε λίγο και έγινε έφηβος με τις γνωστές ορμονικές εκρήξεις, έτρωγε τη μία χιλόπιτα μετά την άλλη γιατί ήταν γάμησε τα στη φάτσα, κοντόχοντρος, με τάσεις για καράφλα από τότε, και μια μόνιμα ξυνισμένη φάτσα, και τα κοριτσάκια προτιμούσαν τα αγοράκια που έμοιαζαν στον όμορφο βασιλιά της χώρας. Έτσι όταν ο Βλαδίμηρος έγινε πια άντρας αποφάσισε να εκδικηθεί την κοινωνία που του φέρθηκε τόσο βάναυσα τραυματίζοντας την ευαίσθητη νεανική ψυχή του, και να καθαρίσει το βασιλιά της που ήταν και ομορφόπαιδο και του έκλεβε τις γκόμενες. Και την εκδικήθηκε για τα καλά...

Ο μικρός Βλαδίμηρος λοιπόν, σε αυτή του την προσπάθεια, έγραψε, είπε και έκανε διάφορες μαλακίες. Το περίεργο δεν είναι αυτές οι μαλακίες – ο καθένας άλλωστε έχει δικαίωμα να πει ότι παπαριά του έρθει στο κεφάλι, καλή ώρα – αλλά ότι με αυτές τις μαλακίες ασχολήθηκε, χιλιάδες κόσμος, προσπαθώντας να καταλάβει τα προσωπικά συμπλέγματα του στερημένου Ουλιάνωφ. Ανάμεσα σε όλους αυτούς τους καμμένους ανά τις δεκαετίας, υπήρξα και εγώ μια εποχή, παλιά. Χάνοντας πολλές πολύτιμες ώρες ελεύθερου χρόνου, που τώρα τον σημαδεύω με το τουφέκι, αντί να είμαι σε τίποτα μπαράκια και να ασχολούμαι με κοριτσάκια, προσπαθούσα να καταλάβω τι ήθελε να πει ο μικρός Βλαδίμηρος, που εν το μεταξύ είχε γίνει Λένιν. Εντάξει, όλοι έχουμε κάνει μαλακίες στη ζωή μας. Ευτυχώς βαρέθηκα γρήγορα και έκοψα αυτή την θανατηφόρα συνήθεια. Γιατί αν δεν κόψεις μικρός τις κακές συνήθειες, τσιγάρο, αλκοόλ, ναρκωτικά, κομμουνισμούς, κουλτούρες και τα λοιπά, τότε μεγαλώνοντας αρχίζουν και γίνονται επικίνδυνες. Και η εξάρτηση πλέον είναι τέτοια, που μόνο η συστηματική επιστημονική θεραπεία μπορεί να την καταπολεμήσει. Και αυτή με δυσκολία. Διότι είναι γνωστό το ρητό: Once a smoker, always a smoker, και ελληνιστί, μια φορά κνίτης, πάντα κνίτης.

Ο Βλαδίμηρος λοιπόν, ανάμεσα στις τόσες αρλούμπες που ξεστόμισε, είπε και κανά δυο καλά εξυπνακίστικα τσιτάτα του στυλ «Αριστερισμός, παιδική ασθένεια του κομμουνισμού», για όλους αυτούς που ενώ κάτι έχουν να πουν και κάνουν μια προσπάθεια, στο τέλος κάπου το χάνουν, γαμιέται η όλη φάση, και καταντούν για αβγά. Με τις καρτέλες, κατά εικοστετράδες.

Και έφτασα εδώ που ήθελα. Ο Αγέλαστος Κόσμος της Πρωτοπορίας λοιπόν. Avant-garde κατά το αγγλοσαξωνικό. Ναι... Τι να πει κανείς; Με μία λέξη, βαριέμαι. Βάζουμε μπόλικη εσωτερική ανάλυση (φοριέται πολύ ο όρος), δύο πρέζες ψυχοδιαταραγμενοανώμαλα άτομα στο μικροσκόπιο, τρία φλιτζάνια του τσαγιού αποθυμένα μιας ζωής, μία φέτα οιδιπόδειο, μισό κιλό σεξουαλικές νευρώσεις των γονιών μας, δύο σπυριά καινοτόμες προσεγγίσεις, και ιδού το τρομερό αποτέλεσμα! Τρομερό, προφανώς με την έννοια του τρομακτικού. Αλλά μιλάμε για εφιάλτη, όχι απλώς ένα θριλεράκι.

Δεν μας φτάνουν δηλαδή όλοι οι ανώμαλοι ήρωες του παγκόσμιου θεάτρου και λογοτεχνίας, οι χιλιάδες παραστάσεις και τα έργα που ανεβαίνουν κατά ριπάς, πρέπει να τους ξαναναλύσουμε και πάλι και πάλι, σε παραστάσεις των 4, 5, 6 και βάλε ωρών, με τέταρτες, πέμπτες και έκτες αναγνώσεις. Και ψαρώνει ο κόσμος, στην αγωνία του να μην τον πούνε άσχετο και απολίτιστο. Και δεν τολμάει να πει «Ρε παιδιά είστε για πολλά γιαούρτια, τι μαλακίες είναι αυτές», γιατί θα φάει κράξιμο, από όλους τους κομπλεξικούς ψευτοκουλτουριάδες. Αντί να κάτσουν να κάνουν καμιά παράσταση normal, με χιούμορ, να δει ο κόσμος το πραγματικό θέατρο, τον πραγματικό κινηματογράφο, να καταλάβει τη γοητεία της απλότητας, κάνουν όλες αυτές τις πρωτοποριακές και καλά μαλακίες, προκειμένου να ικανοποιήσουν το γιγαντιαίο εγώ τους και τον εμετικό ναρκισσισμό τους. Δεν τους νοιάζει να πάρουν το κοινό και να πάνε παραπέρα όλοι μαζί ή να μείνουν εδώ και απλώς να περάσουν καλά. Θέλουν να τους βλέπουν με δέος και θαυμασμό ως ταγούς της τέχνης και της διανόησης που ανήγουν νέους δρόμους. Να αυτοεπιβεβαιώνονται διαρκώς, γιατί το έχουν ανάγκη. Όλοι οι κομπλεξικοί, οι αγάμητοι, οι ανασφαλείς, τα ψωνάκια, και πάνω από όλα οι φοιτήτριες των καλών τεχνών και της φιλοσοφικής, αποτελούν αυτόν τον καινούριο γενναίο κόσμο. Αλλά ο υπόλοιπος κόσμος δεν έχει τις ψυχώσεις τους, τους βαριέται πολύ γρήγορα και το γυρνάει στον Παρασκευά, για τον οποίο είναι το ίδιο υπεύθυνοι, όσο και η Πάνια. Για να μην πω περισσότερο.

Συνεχίστε λοιπόν τα δικά σας μάγκες, παίχτε σε θέατρα, μπαρ, γκαλερί, παντοπωλεία, σουπερμάρκετ, μπουρδέλα, για να «κατεβάσετε» την «πρωτοπορία» στον κόσμο, βαυκαλιστείτε μέσα στον μικρόκοσμό σας, και προς θεού μην προσπαθήσετε να με προσεγγίσετε. Έχω πολύ χαμηλό επίπεδο για σας. Δεν σας κάνω. Δεν νομίζω, σε αντίθεση με σας, ότι η σωτηρία της ψυχής είναι πολύ μεγάλο πράγμα.

Υ.Γ.1: Ο τίτλος και η τελευταία φράση του κειμένου είναι κλεμμένα από τον τεράστιο Κωνσταντίνο Τζούμα. Καλό θα κάνει σε όσους βρίσκουν γοητεία στην κάθε είδους avant-garde σκηνή να τον ακούνε τα πρωϊνά. Σίγουρα θα τους κάνει καλό.

Υ.Γ.2: Πραγματικά, δεν καταλαβαίνουν πόσο αφόρητα πληκτικοί είναι; Τόσο μαλάκες πια;

Τρίτη 22 Μαΐου 2007

χουυυυυυυυυυυμορ



??????????????? ΙΝΤΕRΑCTIVE POST ERWTHSH ???????????????????????????


ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΝΤΑΙ ΤΑ ΜΕΛΗ ( ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ) ΝΑ ΔΩΣΟΥΝ

ΥΠΟ ΜΟΡΦΗ COMMENT TON OΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΧΙΟΥΜΟΡ...


η διεύθυνση

-------------


ΥΓ

- 2 απαντήσεις θα προωθηθούν στον ετήσιο διαγωνισμό Ionesko "the bold singer" στη Λυόν

- αναφέρω ότι η υπάρχουσα γραμματεία για την εν λόγω σοβαρότατη βαθυστόχαστη έννοια είναι τουλάχιστον ανεπαρκής (oxford: the quality of being amusing / cambridge: the characteristic of being funny etc etc ) συνεπώς για ακόμα μια φορά η συνδρομή σας στην διεύρυνση της ανθρώπινης γνώσης είναι καθοριστική


Εμπρός γενναίοι μου.....
...

Πέμπτη 17 Μαΐου 2007

Ρουά Ματ


Ένα σκοτεινό μπαλκόνι στο κέντρο της Αθήνας. Η φωτισμένη Ακρόπολη. Το φεγγάρι φωτίζει τον Αττικό ουρανό. Σιωπή. H φωνή του Χριστόπουλου καληνυχτίζει για άλλη μία φορά τους νυχτερινούς ακροατές του. Η ώρα 12 παρά κάτι ψιλά. Όχι ότι παίζει ρόλο για τις μορφές στο σκοτεινό μπαλκόνι. Ασάλευτοι, ξαπλωμένοι στις λευκές ξαπλώστρες, ανάμεσα στα φυτά, απολαμβάνουν την βότκα τους. Έχουν γίνει ένα με το σκοτάδι που κυριαρχεί.

Ατενίζουν την φωτισμένη Ακρόπολη. Οι σκέψεις τους ταξιδεύουν. Κάπου διασταυρώνονται. «Δεν θα ήταν πολύ όμορφα αν η Ακρόπολη δεν είχε καταστραφεί και μπορούσαμε να την θαυμάσουμε άθικτη??» Πονηρά χαμόγελα σχηματίζονται στα πρόσωπα των τριών. Η συνειδητοποίηση ότι μοιράζεσαι τις ίδιες σκέψεις με κάποιον σκοτώνει κάθε συναίσθημα μοναξιάς και σου δημιουργεί ευφορία. Λένε ότι η ευτυχία βρίσκεται στα πιο απλά πράγματα. Σε μια φωτογραφία ή σε ένα τραγούδι, σε μια αγκαλιά, σε ένα αστείο ή σε ένα γέλιο, στις αναμνήσεις. Η σκέψη τους πετάει στο παρελθόν, στο παρόν μα όχι στο μέλλον. Θυμούνται, σχολιάζουν μα δεν ονειρεύονται. Δεν είναι βράδυ για όνειρα. «Ν’ αγαπάς και να θυμάσαι...». Μια απλή φράση που κρύβει μέσα της τόση μα τόση δύναμη. Η αναφορά της πυροδοτεί κύματα συναισθημάτων.
Ένα ζευγάρι μάτια τους παρακολουθεί από ψηλά. Ο συμπαντικός φαρσέρ ξαπλώνει στ’ αστέρια σίγουρος ότι οι φιγούρες στο μπαλκόνι έχουν ανατρέψει τα σχέδιά του προς συμφέρον τους...δεν γελάει αυτή τη φορά...ίσως την επόμενη.

Ένα χέρι απλώνεται να πιάσει τη βότκα. Την χύνει άτσαλα στο ποτήρι. Η επόμενη κίνηση θα είναι να αφήσει μια γουλιά να του κάψει τον οισοφάγο...Στην υγειά μας μέχρι να ξανασυναντηθούμε Συμπαντικέ Φαρσέρ.

Σάββατο 5 Μαΐου 2007

Hide & Seek

Ξαφνικά είμαι 9. Ακουμπάω στην ξύλινη κολώνα. Οι αγκώνες μου δεν απολαμβάνουν αυτή την στιφή αίσθηση και ήδη νιώθω τις σκλήθρες να πολιορκούν το δέρμα μου. Μια πρόκα ίσα ίσα που με αγγίζει πίσω από την παλάμη του δεξιού μου χεριού αλλά την αγνοώ. Πρέπει να μετρήσω. Με αργό ρυθμό που γίνεται προς όφελός μου ταχύτερος μετά τα πρώτα πενήντα μετράω το γνωστό και αγαπημένο μου πέντε-δέκα-δεκαπέντε-είκοσι-εικοσιπέντε κλπ. Στα δυακόσια θα σταματήσω. Ήδη ακούω τα βήματά τους.

Τους ακούω να τρέχουν. Προσποιούνται ότι πάνε προς το φούρνο αλλά μετά πάνε προς το στενάκι. Ακούω γελάκια και ψιθύρους. Τους απρόσεκτους, θα τους βρω σίγουρα. Μέχρι να φτάσω στα δυακόσια, ήδη έχω φανταστεί όλα τα πιθανά μέρη που μπορεί να έχουν κρυφτεί. Όλες οι αισθήσεις μου είναι στο μέγιστο. Νιώθω το απογευματινό αεράκι, η καλοκαιρινή υγρασία με αγκαλιάζει, μυρίζω τις ντοματιές της κυρίας Κατερίνας από το μπαξέ της, ακούω μουσική από το μπαλκόνι του κυρίου Κώστα αλλά είμαι συγκεντρωμένος στο παιχνίδι μου.
Ξέρω ότι μόλις τελειώσουμε, θα μου έχει φτιάξει η γιαγιά μου σαντουιτσάκι με ντομάτα και φέτα. Ανοίγω επιτέλους τα μάτια.

Ψάχνω μέσα στο σκοτάδι να βρώ το ρολόι μου. Μάταια. Ρίχνω τα τσιγάρα μου κάτω μαζί με τον αναπτήρα και αγγίζω το διακόπτη. Από τη λάθος πλευρά. Τεντώνομαι ακόμα λίγο και ανοίγω το πορτατίφ. Το φως αχνό. Πάλι δε βλέπω. Τρίβω τα μάτια μου και όλα γίνονται πιο καθαρά εκτός από το μυαλό μου. Βαρύ και οκνό το κεφάλι μου. Πιάνω το σεντόνι και το φέρνω μέχρι το λαιμό, διπλώνω τα γόνατα προς το μέρος μου και μπαίνω πάλι στο μαξιλάρι. Κλεινω τα μάτια μου στιγμιαία και τελικά τα ανοίγω οριστικά. Χασμουριέμαι δυνατά και δακρύζω ελαφρά. Ξυπνάω και τεντώνομαι χέρια-πόδια. Γυρίζω πλευρό και πέφτω πάνω της. Όχι πάλι ρε...Το πολύ ποτό με κάνει και ξεχνώ και τα πιο σημαντικά πράγματα. Εγω της είχα πει ότι δεν έπρεπε να πιούμε τόσο πολύ. Είχε να με δεί καιρό. Από τότε. Και εγώ χάρηκα που την είδα. Αλλά όταν αρχίσουν τα ποτά πάνω στη χαρά και το ένα φέρει το άλλο τότε δεν ξέρω αν πρέπει να ενθουσιάζομαι με το πρωινό θέαμα της επιπολαιότητάς μου. Σκέψεις που κάνω γρήγορα και αμέσως τις χάνω. Κοιτάζω λίγο ακόμα το ταβάνι. Πόσο αλλάζει ο κόσμος λέω. Τη μια είμαστε δύο χαζά πιτσιρίκια και την άλλη δύο αποφασισμένοι ενήλικες. Μάλλον το αντίθετο συμβαίνει. Τότε ξέραμε τι θέλαμε ενώ τώρα κάνουμε σαν παιδιά. Και τί το κακό έχει να μένεις πάντα παιδί... Μάλλον στα θέματα του έρωτα και των σχέσεων δεν πρέπει να κάνω βλακείες. Σταματάω να σκέφτομαι. Θέλω επειγόντως να γλυστρίσω κάτω από τα σεντόνια και να πιω μια γουλιά καφέ. Να ξυπνήσω, να νιώσω άνθρωπος. Την ξανακοιτάζω. Μα γιατί το έκανα, λέω και χώνω τη μούρη μου μες στις παλάμες μου. Κάθομαι στην άκρη του κρεβατιού και τώρα κοιτάζω το πατωμα. Τί θα γίνει μόλις ξυπνήσει και με δει και αντιληφθεί τί έχει συμβεί...Θα ντραπεί, θα θέλει να ανοίξει η γη να την καταπιεί. Και μένα μάλλον. Μήπως να βάλω το τζην μου, να ανοίξω την πόρτα και να χαθώ για πάντα. Έτσι δεν θα χρειαστεί να ξανακοιταχτούμε στα μάτια και να νιώσουμε αμήχανα. Πρέπει να γλυτώσω από αυτήν την κατάσταση. Με γρήγορες κινήσεις βάζω κάλτσες, τζην, παπούτσια, μπλούζα, κάνω μεγάλα βήματα στο χωλ και ανοίγω την πόρτα.

Φτού και βγαίνω. Κοιτάζω γύρω μου προσεκτικά. Στα πιο προφανή σημεία κρύβεται πάντα ο εχθρός. Εγώ τουλάχιστον έτσι κάνω και τους αιφνιδιάζω. Δεν είναι κανείς. Ούτε πίσω από το Μάντα του θείου μου. Πάω από εκεί που άκουσα τα βήματα. Λάθος, ήταν προσποίηση. Πηγαίνω προς το στενάκι. Προχωρά, προχωράω, η καρδιά μου πάει να σπάσει. Κοιτάζω με αγωνία πίσω μου μη μου βγουν ξαφνικά. Απομακρύνομαι λίγο ακόμα από την κολώνα. Από εδώ τους άκουσα, θα είναι στην αυλή της Ελένης. Ανοίγω την καγκελόπορτα με το σύρτη, έχει πολύ σκοτάδι και φοβαμαι να πάω πιο κάτω. Λέω να ξαναγυρίσω. Οχι, την πάτησα, από τη μεριά του φούρνου, όλοι μαζί τρέχουνε προς την κολώνα, φορτσάρω να τους φτάσω αλλά μάταια. Δεν προλαβαίνω και τη βλέπω τελευταία να φτάνει στην κολώνα.

Φτου ξελευτερία....

Κλεινω την πόρτα πίσω μου λαχανιασμένος. Είκοσι χρόνια μετά και ακόμα παίζω κρυφτό...

Πέμπτη 3 Μαΐου 2007

ΣΤΑΧΤΗ ΚΑΙ BURBBERY'S

Ένα ταξίδι του ντετέκτιβ Ξ. Σαρχίδη.
Το καλοκαίρι έμπαινε ζεστό από το υγρό παράθυρο. Όχι. Το καλοκαίρι έμπαινε υγρό απ' το ζεστό παράθυρο. Το ζεστό καλοκαίρι, έμπαινε υγρό από το παράθυρο. Υγρό το καλοκαίρι, έμπαινε ζεστό από το παράθυρο. Ήταν ένα υγρό και ζεστό καλοκαίρι του Ιουλίου...
Ο Ξ. Σαρχίδης άφησε την MONTEGRAPPA πένα στο γραφείο του και έβαλε μια GRAPPA. Τί σημασία είχε άλλωστε. Άντε και έμπαινε το καλοκαίρι από το παράθυρο στο ηλίθιο λογοτέχνημά του. Τί στο διάολο θα έκανε; Αποφάσισε να επιστρέψει σε ένα από τα αγαπημένα του χόμπι, την αποστήθιση πορνοπεριοδικών. Έκοβε προσεκτικά τα στήθη από όλες τις ιλουστρασιόν μοντέλες και έφτιαχνε κολλαζμένα κολλάζ που κορνιζάριζε προσεκτικά και πουλούσε στα καταστήματα ΒΥΖ-ΑΡΤ και σε βυζαντινές γκαλερί.

Τις εικαστικές αναζητήσεις του Σαρχίδη διέκοψε το χτύπημα του κουδουνιού. Η πόρτα του ασανσέρ άνοιξε και έκαναν την εμφάνισή τους δύο πανομοιότυποι κολλαρισμένοι, ακριβοκουστουμάτοι τύποι. Όχι δεν ήταν δίδυμοι. Ήταν ξαδέρφια. Συστήθηκαν στο Σαρχίδη ως Φίλιππος Νέζης και Φίλιππος Νέζης. Ο συγγραφέας-ντετέκτιβ αναγνώρισε αμέσως τους δύο μεγαλοτραπεζίτες. Οι Φίλιπποι Νέζες έλεγχαν ολόκληρο το ελληνικό τραπεζικό σύστημα όσο και ο Voct Ass τη βιομηχανία φρέσκων κοτόπουλων. Μοναδικός τους αντίπαλος ήταν ο γερμανός Όττο Ε. που για την ώρα δεν αποτελούσε σημαντικό κίνδυνο.

Ο Σαρχίδης εξεπλάγη που η υπόθεση δεν αφορούσε τραπεζικά και επιχειρηματικά ζητήματα. Οι Φίλιπποι Νέζες είχαν εξαπατηθεί και οι δύο από την ίδια γυναίκα. Χωρίς να το έχουν καταλάβει την είχαν παντρευτεί και οι δύο και τις είχαν γράψει σχεδόν όλα τα περιουσιακά τους στοιχεία. Η Μίνα Νέβο Κιπάνο, κινεζογαλλικής καταγωγής διέφευγε σύμφωνα με πληροφορίες που είχαν αποσπάσει οι Φίλιπποι Νέζες, στο Λονδίνο. Αποστολή του Σαρχίδη ήταν να την εντοπίσει και να τη φέρει πίσω πάσει θυσία.

Ο συγγραφέας-ντετέκτιβ ζήτησε 300.000 ευρώ για τα εκτός έδρας του και τα έξοδα παρουσίας, έρευνας και παρακολούθησης. Μετά από σκληρά παζάρια οι Φίλιπποι Νέζες του έδωσαν 5000 ευρώ μετρητά και μια πιστωτική κάρτα DieNurd Club (με σήμα το νεκρό φλούφλη). Το πρωί της επομένης βρισκόταν στο Λούτον, το μεσημέρι έξω από το σπίτι της Μίνας Νέβο και το απόγευμα γύριζε παρακολουθώντας την, όλα τα ακριβά καταστήματα του Λονδίνου με κατάληξη το Burberry's της NEW BOND STREET. Η Μίνα Νέβο Κιπάνο δοκίμαζε ένα φουλάρι στον καθρέφτη. Ατάκε στα ισπανικά σημαίνει επίθεση. Κι ο Ξ. Σαρχίδης επιτιθόταν πάντα στις γυναίκες με τις καλύτερές του ατάκε.

-Μαντάμ, το φουλάρι είναι πραγματικά τόσο υπέροχο που κάνει όλα τα υπόλοιπα πάνω σας να φαίνονται περιττά. Επιτρέψτε μου παράκαλώ να το πληρώσω εγώ.

Ο Σαρχίδης πήρε τη Μίνα αγκαζέ και φτάνωντας στο ταμείο έδωσε το νεκρό φλούφλη του.

-Thanks, although I don't speak spanish... , είπε η Μίνα και έδωσε ένα φιλί στο στόμα του Σαρχίδη. Ο συγγραφέας-ντετέκτιβ μάζεψε τα συντρίμμια των αγγλικών που είχε μάθει στο σχολείο και στην ολιγοήμερη μετεκπαίδευσή του από τις S.A.S. και την προσκάλεσε σε γεύμα. Η υπόθεση γι' αυτόν είχε κλείσει ήδη. Προτιμούσε να προσθέσει μια ερωτική περιπέτεια στις σελίδες της βιογραφίας του, παρά μια σχεδόν απαγωγή που του ζήτησαν Φίλιπποι Νέζες. Φεύγοντας πέταξε το αποτσίγαρό του στη μοκέτα του καταστήματος, προκαλώντας τη μεγαλύτερη πυρκαγιά στην ιστορία των Burbbery's. Δεν θα το μάθαινε ποτέ. Πριν καταφθάσει η πυροσβεστική, το παράξενο ζεύγος είχε ήδη καταφθάσει σε πανάκριβο λονδρέζικο εστιατόριο.

Ο συγγραφέας ντετέκτιβ Ξ. Σαρχίδης παρήγγειλε φουά γκρά με μαρμελάδα και ένα Σατώ Μπαϊρού του '82. Ενώ έκλεινε τον κατάλογο με ύφος ανάμεσα σε μπον-βιβέρ και μπον-φιλέ, η Μίνα Νέβο Κιπάνο έβγαλε τη γόβα κι άρχισε να του χαϊδεύει αργά τη γάμπα κάτω από το τραπέζι. Ο σερβιτόρος επέστρεψε σε μερικά δευτερόλεπτα. Το Μπαϊρού είχε τελειώσει κι έτσι ο Ξ. Σαρχίδης έπρεπε αναγκαστικά να διαλέξει ανάμεσα σε ένα Σαρκοζύ και ένα Σεγκολέν Ρουαγιάλ του '87. Καλή Χρονιά, σκέφτηκε ο Σαρχίδης. Όχι φυσικά για τους αμπελώνες του Σεγκολέν αλλά για 'κεινον, που είχε εξιχνιάσει τη δολοφονία του Michael Xehnarebilly μεγάλου κοσμηματοπώλη του Λονδίνου και συνεταίρου του Tiffany. Υπεύθυνος για τη δολοφονία ήταν ο ίδιος ο Tiffany που επεδίωκε να καρπωθεί το μερίδιο της Xehnarebilly-Tiffany και να ανοίξει δικό του κοσμηματοπωλείο στο Μayfair.

Ένα από τα φετίχ της Μίνας ήταν να μαστιγώνει τους εραστές της με μια πιπίλα chico κρεμασμένη σε ροζ πλαστικό αλυσιδάκι. Ο Σαρχίδης πέρασε μια καυτή νύχτα και το πρωί άφησε τη Μίνα και το Λονδίνο και επέστρεψε γεμάτος πιπιλιές στην Αθήνα. Το τηλεγράφημά του στους Νέζες ήταν απελπιστικά σύντομο:

Δεν τη βρήκα. Στοπ. Οι πληροφορίες μου λένε ότι κλέφτηκε με ιρλανδό δουλέμπορο και έχει ανοίξει εργαστήριο καλαθοπλεκτικής σε γκέτο αβοριγίνων στην Αυστραλία. Στοπ. Έκανε πλαστική παντού και κυκλοφορεί με το ψευδώνυμο Φρίντα Κιάλλο. Στοπ.

Το μόνο που έμεινε στο συγγραφέα-ντετέκτιβ ήταν 5 ευρώ από την αμοιβή και μια γυμνή φωτογραφία της Μίνας με αφιέρωση. Έκοψε προσεκτικά το στήθος της και το έβαλε στο τελευταίο του κολλάζ. Άραξε στον καναπέ και έβαλε το αγαπημένο του Τηλεφώξ. "Πιρούνι κυρίες και κύριοι, από το αρχαιοελληνικό πυρ και το Ούνοι, μια άγρια πολεμική ιαχή που με τη δύναμη της γλώσσας έγινε εργαλείο φαγητού". Ο Σαρχίδης πάτησε το μαγικό κόκκινο κουμπί του τηλεκοντρόλ. Το καλοκαίρι έμπαινε υγρό από το ζεστό παράθυρο... Ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων...

Τετάρτη 2 Μαΐου 2007

5:27

Η σκιά της κινείται αργά προς το μέρος μου και εγώ τρέχω χωρίς να ξέρω το γιατί…τρέχω αλλά δεν μπορώ να ξεφύγω. Τα πόδια μου γίνονται όλο και πιο βαριά. Όταν τελικά τα μάτια της φαίνονται μέσα στο σκοτάδι καταλαβαίνω ότι είναι πια αργά. Ποια είναι; Όλες και καμία. Δεν έχει σημασία. Τα χέρια της γλιστράνε γύρω από το λαιμό μου. Ξαφνικά νιώθω μία αλλόκοτη ηρεμία. Τα χείλη της πλησιάζουν το αφτί μου… ‘δε με αγάπησες ποτέ…δε θα μάθεις ποτέ να αγαπάς’. Η αναπνοή μου κόβεται καθώς τα χέρια της σφίγγουν…σφίγγουν.

Ο ιδρώτας στάζει από το μέτωπό μου, προσπαθώ να ηρεμίσω και να ξαναβρώ την αναπνοή μου. Οι υπερμεγέθεις κόκκινοι αριθμοί από το ψηφιακό ρολόι δίπλα στο κρεβάτι μου, δείχνουν 5:27. Η αφόρητη ζέστη και ο θόρυβος από το σκουπιδιάρικο που περισυλλέγει τα υπολείμματα της καθημερινότητας μας, με κάνουν να δεχτώ ότι κάπου εδώ ο ύπνος μου έχει τελειώσει για απόψε. ‘Δε γαμιέται…έτσι κι αλλιώς είναι Σάββατο’ λέω, και σέρνομαι προς το μπάνιο.

Το κρύο νερό είναι ότι καλύτερο μπορεί να μου συμβεί αυτή τη στιγμή. Κάθομαι για ώρα μέσα στο ντους και το απολαμβάνω. Το παρατηρώ να κυλάει πάνω μου και να παρασέρνει τα σημάδια από αυτό το περίεργο όνειρο. Το βλέμμα μου πάει ανάμεσα στα πόδια μου… ‘δε μας παρατάς και εσύ τώρα’. Βγαίνω υποκρινόμενος πως είμαι σχεδόν ξαναγεννημένος, τυλίγω μία πετσέτα γύρω από τη μέση μου και αφήνω τον αέρα να κάνει τα υπόλοιπα.

Πάνω στο γραφείο βρίσκεται ένας απολιθωμένος καφές. Χωρίς δεύτερη σκέψη προσθέτω μερικά παγάκια, σκαλίζω με το καλαμάκι και ελπίζω η διέγερση από την καφεΐνη να επισκιάσει κάθε πιθανότητα δηλητηρίασης. Τα νερά που στάζουν από τα μαλλιά μου μουλιάζουν το τσιγάρο που κρέμεται από τα χείλη μου, αλλά δεν το εμποδίζουν να μου προσφέρει την πρώτη ηδονή του Σαββατοκύριακου. Το πρώτο φως της ημέρας αρχίζει να υπερισχύει αυτού της οθόνης του υπολογιστή. New mail 0. ‘Σιγά μην κάτσει κανείς να ασχοληθεί μαζί σου ρε’.

Το mp3 player γεμίζει καθώς μαζεύω τα ρούχα από το πάτωμα και τα πετάω πάνω μου. Ένας τελευταίος έλεγχος για την αγία τετράδα - τσιγάρα, κλειδιά, πορτοφόλι, κινητό. Κλείνω την πόρτα και κατεβαίνω τα 14 σκαλιά που με χωρίζουν από τον δρόμο. Πατάω το play και προσπαθώ να αποφασίσω προς το πού να κατευθυνθώ. Η κατηφόρα, οπουδήποτε και αν αυτή καταλήγει, είναι καλύτερη επιλογή. Μονόδρομος.

Προσπαθώ να αφήσω τη μουσική να με κάνει να μη σκέφτομαι τίποτα, αλλά τα λόγια της γυναίκας έχουν αρχίσει να τρυπάνε το μυαλό μου. Μπαίνω σε σκέψεις όσο κι αν θέλω να το αποφύγω. Αντιλαμβάνομαι ότι, όπως πάντα, περπατάω με το βλέμμα χαμηλωμένο. Μήπως έχει δίκιο.

-Γιατί δε σηκώνεις το κεφάλι σου στον κόσμο; Βαριέσαι ή φοβάσαι;…ντρέπεσαι ή σιχαίνεσαι;
-Μα δεν είναι κανείς εκεί έξω, αυτό το έχω μάθει καλά.
-Ίσως…αν δε φωνάξεις όμως κανείς δεν πρόκειται να σε ακούσει
-Εγώ νόμιζα ότι ένας ψίθυρος αρκεί

Κενό

Μισό πακέτο αργότερα βρίσκομαι πάλι έξω από την πολυκατοικία. Άραγε τα παγάκια έχουν λιώσει;

Πέμπτη 26 Απριλίου 2007

Εvery day is like Sunday ή αλλιώς πως πέρνανε τις Κυριακές τους τα tres chic άτομα

Κυριακή βράδυ κι η Αθήνα έχει φορέσει τα καλοκαιρινά της. Το αεράκι τόσο δροσιστικό όσο πρέπει για να μην ιδρώνεις, αλλά και τόσο ζεστό όσο να το καλωσορίζεις καθώς μπαίνει από το ανοιχτό παράθυρο.
Γαλάζιο πουκάμισο με άσπρες και ελαφρά κίτρινες ρίγες, φθαρμένο diesel jean, μοκασίνια... Παρκάρω στο τέρμα του τραμ. Τα αυτιά μου «ερεθίζονται» από τον απόηχο της μουσικής που πλανάτε στον αέρα. «Summertime and the living is easy» Το καλοκαίρι μου χαμογελάει στον νυχτερινό ουρανό και τα βήματα μου με οδηγούν στην παραλιακή. Τι κι αν είναι ακόμα Απρίλιος ? Τα μαγαζιά της παραλιακής έχουν αρχίσει να ανοίγουν και η ζωή στην Αθήνα, για άλλη μια φορά, μεταμορφώνεται από το ψευδό Νεουορκέζικο στιλ του χειμερινού κέντρου, στο ψεδό ΛοςΑτζελικό στιλ των θερινών νοτίων προαστίων.

Τρίτη 24 Απριλίου 2007

Here comes the rain again, falling on my head like a memory...


Βήματα. Η τηλεόραση είναι το μόνο πράγμα που ακούγεται. *κλικ* ο διακόπτης ανάβει. Το χέρι στο πόμολο, η πόρτα ανοίγει, λίγο άρωμα του Davidoff και Back on the road again. Το μαλλί με περισσότερες άσπρες πινελιές απ' ότι κάποια χρόνια πριν. Ένας άλλος Pepe le Pew στην αναζήτηση για το ιδανικό ταίρι. Το ασανσέρ με οδηγεί στο ισόγειο. Κλειδί, ήχος, αναβόσβημα φώτων, ήχος μηχανής, μουσική, φώτα, κάμερα, ACTION….